Η ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ
από το έργο του ΠΛΑΤΩΝΟΣ “ΠΟΛΙΤΕΙΑ Η΄ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΟΥ”
Ο φιλοσοφικός διάλογος “ΠΟΛΙΤΕΙΑ Η΄ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΟΥ”, που συνέγραψε ο μαθητής του Σωκράτους Πλάτων, διεξάγεται στον Πειραιά, όπου έφθασε ο Σωκράτης για την εορτή της θεάς Βεδενδίκης, και προσκλήθηκε στο σπίτι του φίλου του Κεφάλου, όπου αναπτύχθηκε μια υπερολονύχτια συζήτηση περί Δικαιοσύνης και της Ιδανικής Πολιτείας, με κορυφαία την Ιδέα του Αγαθού.
Στην συζήτηση συμμετέχουν οι τρεις γιοί του οικοδεσπότη Κεφάλου, Λυσίας, Ευθύδη-μος, Πολέμαρχος, ο Θρασύμαχος ο Καλχηδόνιος, ο Χαρμαντίδης από την Παιανία, ο Κλει-τοφώντας του Αριστοδώρου και οι μεγαλύτεροι αδελφοί του Πλάτωνος, ο Γλαύκων και ο Αδείμαντος. Ο περί της Ιδέας του Αγαθού λόγος αρχίζει συστηματικά από το κεφ. 505 , με συνομιλητές του Σωκράτη τον Γλαύκωνα και τον Αδείμαντον και εξαρχής ο Σωκράτης τονίζει ότι, επειδή η ανάλυση περί του τι είναι το Αγαθόν απαιτεί πολύν χρόνον, θα ασχοληθούν με το παράγωγον του Αγαθού.
“αυτό μεν τί ποτ’ εστί τἀγαθόν εάσωμεν το νυν είναι (…) τον τόκον και τον έκγονον αυτού του αγαθού κομίσασθε”(506 , 507) και “ουκ ουσίας όντος του αγαθού αλλ’ έτι επέκεινα της ουσίας πρεσβεία και δυνάμει υπερέχοντος” (509)
Στόχος του ιδεολογικού σχεδιασμού της Ιδανικής Πολιτείας, με βάση την Ιδέα του Αγαθού, είναι να λειτουργεί ως υπόδειγμα στον άνθρωπο
“τω βουλομένω οράν και ορώντι εαυτόν κατοικίζειν”
ΣΩΚΡΑΤΗΣ :”΄Οποιος δεν μπορεί να προσδιορίσει με τον λόγον την Ιδέαν του Αγαθού, ξεχωρίζοντάς την από όλα τα άλλα και δεν είναι σε θέση να τα βγάλει πέρα με όλους τους κριτικούς ελέγχους, σαν σε μάχη, προσπαθώντας να τα ελέγξει, όχι σύμφωνα με την φαινομενική γνώμη του (δόξα) αλλά σύμφωνα με την ουσία, και δεν περνάει μέσα απ’ όλην αυτήν την δοκιμασία με τον λόγον του ακέραιον, τότε θα πεις ότι ούτε το ίδιο το Αγαθόν γνωρίζει αυτός που βρίσκεται σε τέτοιαν κατάσταση, ούτε κανένα άλλο αγαθόν πράγμα, αλλά , αν ακουμπάει σε κάποιο είδωλο, με την γνώμη του κι όχι με την επιστήμη ακουμπάει, και ότι στον τωρινόν βίον ονειροπολεί και κοιμάται, και πριν ξυπνήσει εδώ, φθάνοντας πολύ νωρίτερα στον Άδη, θα κοιμάται τελείως;…”(534)
” Ο τωρινός λόγος μας επισημαίνει αυτήν την ενυπάρχουσα στον καθένα μας δύναμη μέσα στην ψυχή και το όργανο, με το οποίο καθένας μαθαίνει, όπως ακριβώς αν δεν υπήρχε άλλος τρόπος να στρέψει κανείς τα μάτια του από το σκοτάδι στο φως, παρά μόνο στρέφοντας όλο του το σώμα, έτσι πρέπει να στραφεί με ολόκληρη την ψυχή από την περιοχήν του γίγνεσθαι, έως ότου γίνει δυνατή η ψυχή να αντέχει να θεάται το ον και το πιο φωτεινόν από το ον `και αυτό ισχυριζόμαστε ότι είναι το αγαθόν…Επομένως, η παιδεία θα είναι η τέχνη γι’ αυτό, για την περιαγωγήν της ψυχής, με τι τρόπον όσο το δυνατόν ευκολότερα κι αποτελεσματικότερα θα μεταστραφεί… “(518)
“Και όταν κάποιος επιχειρεί την διαλεκτικήν, χωρίς όλες τις αισθήσεις, δια του λόγου, να ορμά προς αυτό που είναι πραγματικά το καθετί,, και να μην απομακρύνεται, πριν αυτή να καταλάβει δια της νοήσεως, αυτό που είναι καθεαυτό το Αγαθόν, φθάνει στον ίδιον τελικό στόχο του νοητού…”(532) “για την επαναγωγήν του βελτίστου στοιχείου μέσα στην ψυχήν προς την θέαν του αρίστου μεταξύ των όντων…” και “πρέπει να κοιτάξουμε προς την αγάπη της ψυχής για την σοφία και να κατανοήσουμε ποιες συναναστροφές επιζητεί, διότι είναι συγγενής με το θείον, το αθάνατον και το αιώνιον ον” (611)
“Ἁν ακολουθήσουμε, λοιπόν, την συμβουλή μου, θεωρώντας την ψυχήν αθάνατη και δυνατή να ανέχεται μεν όλα τα κακά και όλα τα αγαθά, θα βρισκόμαστε πάντα στην άνω οδόν και την δικαιοσύνην θα εφαρμόζουμε μετά φρονήσεως, με κάθε τρόπον, για να είμαστε και μεταξύ μας φίλοι και με τους θεούς, όσο διαμένουμε εδώ, και όταν θα λάβουμε τα έπαθλα αυτής, όπως ακριβώς οι νικηφόροι αθλητές προβάλλοντας από παντού, και εδώ και στην χιλιετή πορεία, που αναφέραμε, για να ευπραγούμε “ίνα ευ πράττωμεν” (621)