Περί Κόσμου
ΙΕΡΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ― SACRED GEOGRAPHY
{youtube}4cGqxWtT-_0{/youtube}
Τον λόγο παίρνει ο Πλούταρχος :
Η γένεση και η σύσταση του κόσμου* τούτου είναι μείγμα αντιθέτων, όχι όμως ισοσθενών, δυνάμεων, αλλά η καλύτερη έχει την κυριαρχία. Είναι, βέβαια, αδύνατο να εξαφανιστεί εντελώς η κακή, εφόσον είναι βαθιά ριζωμένη στο σώμα, βαθιά ριζωμένη στην ψυχή του σύμπαντος και πάντα πολεμά με μίσος την καλύτερη. Μέσα στην ψυχή, λοιπόν (του σύμπαντος) ο νους και ο λόγος, οδηγός και κυρίαρχος όλων των άριστων πραγμάτων, είναι ο Όσιρις,και στη γη, στους ανέμους, στα νερά, στον ουρανό και στα άστρα η τάξη, η σταθερότητα και το υγιές στις εποχές, στις θερμοκρασίες και στα περιοδικά φυσικά φαινόμενα, είναι απορροή του Οσίριδος που αφήνει την εικόνα του να φανεί. Αντίθετα ο Τυφών είναι το παθιασμένο, τιτανικό, άλογο και αποσυντονισμένο μέρος της ψυχής, ενώ στο σώμα η φθορά, οι αρρώστιες, οι διαταραχές που οφείλονται σε αστάθεια των εποχών, στις ακατάλληλες θερμοκρασίες, στις εκλείψεις του ήλιου και της σελήνης είναι σαν παρεκτροπές και αφηνιασμοί του Τυφώνος (…) ο Τυφών ονομαζόταν και Βέβων. Η λέξη αυτή σημαίνει συγκράτηση ή εμποδισμό*, επειδή, όταν τα πράγματα έχουν το δρόμο τους και πηγαίνουν προς τα εκεί που πρέπει, η δύναμη του Τυφώνα ανθίσταται.
Η Ίσις είναι το θηλυκό στοιχείο της φύσης, δεκτικό της κάθε είδους γέννησης, εξ ου και ο Πλάτων την ονομάζει τροφό που δέχεται τα πάντα, ενώ ο κόσμος την αποκαλεί «αυτή με τα μύρια ονόματα», διότι ο λόγος την καθοδηγεί στο να δέχεται κάθε σχήμα και μορφή. Έχει επίσης σύμφυτο τον έρωτα για το πρώτο και το σημαντικότερο πράγμα απ’ όλα, που είναι ταυτόσημο με το αγαθό, εκείνο ποθεί κι εκείνο επιδιώκει. Από την άλλη αποφεύγει και απωθεί την πλευρά του κακού, καθότι αποτελεί, βέβαια, τόπο και υλικό και για τα δυο, ρέπει όμως πάντοτε προς το καλύτερο, σε αυτό προσφέρεται για να γεννήσει απ’ αυτή και για να σπείρει μέσα της απορροές και ομοιότητες τις οποίες χαίρεται και αγαλλιάζει να κυοφορεί και να γονιμοποιείται με τις γενέσεις. Πράγματι, η υλική γέννηση είναι εξεικόνιση της ουσίας και εκείνο που γεννιέται μίμηση του όντος .
Σημείωση: * Πλουτάρχου «Περί Οσίριδος και Ίσιδος» κεφ. 49… (Ο λόγος που συσχετίζει την Αιγυπτιακή θεολογία με Πλατωνική φιλοσοφία).
**Τον εμποδισμό της φυσικής τάξης πραγμάτων ο Βίλχεμ Ράιχ ονομάζει «θωράκιση» και ευθύνεται για παραβατική, ανώμαλη συμπεριφορά
στην ανθρωπότητα.
Για τούτο, όχι χωρίς λόγο, λένε στους μύθους πως η ψυχή του Οσίριδος είναι αΐδια και άφθαρτη, ενώ το σώμα του κάνει πολλά κομμάτια και αφανίζει ο Τυφών, αλλά η Ίσις περιπλανιέται, το αναζητά και το συνταιριάζει πάλι, διότι το ον το νοητό και το αγαθό είναι ανώτερο από κάθε φθορά και μεταβολή. Όσες λοιπόν εικόνες του αποτυπώνει το αισθητό και το σωματικό, οι λόγοι, οι μορφές και οι ομοιότητες που προσδέχεται, όπως ακριβώς οι σφραγίδες στο κερί, δεν μένουν για πάντα, αλλά τις περιλαμβάνει η αταξία και η ταραχή, που εξορίστηκαν εδώ από τον πάνω τόπο και πολεμούν τον Ώρο,τον οποίο η Ίσις γεννά ως αισθητό κόσμο και εικόνα του νοητού. Για τούτο λένε πως ο Τυφών τον πηγαίνει στο δικαστήριο να δικαστεί ως νόθος, διότι τάχα δεν ήταν καθαρός ούτε γνήσιος, όπως ο πατέρας του – λόγος, δηλαδή, από μόνος του αμιγής και απαλλαγμένος από πάθη-, αλλά είναι νοθευμένος με την ύλη εξαιτίας της σωματικής του φύσης. Τελικά, όμως, υπερισχύει και νικά με τη βοήθεια του Ερμή, της λογικής δηλαδή, που μαρτυρεί και αποδεικνύει πως η φύση μετασχηματίζεται σύμφωνα με το νοητό και παράγει τον κόσμο. Η λεγόμενη γέννηση του Απόλλωνα από την Ίσιδα και τον Όσιρι, ενώ ακόμα βρίσκονταν στην κοιλιά της Ρέας, υπαινίσσεται πως, προτού ακόμα δημιουργηθεί τούτος εδώ ο κόσμος και τελειοποιηθεί με τον λόγο η ύλη, υποβάλλοντας η ίδια τον εαυτό της σε φυσική δοκιμασία, έφερε προς τα έξω ατελές το πρώτο γέννημα. Για τούτο λένε πως ο θεός εκείνος γεννήθηκε στο σκοτάδι ανάπηρος όπως τον αποκαλούν πρεσβύτερο Ώρο. Πράγματι, δεν ήταν ο κόσμος αλλά είδωλο και φανταστικό κράμα κόσμου που επρόκειτο να γίνει. Ο ίδιος ο Ώρος, όμως, είναι ορισμένος και τέλειος και δεν εξαφάνισε ολοσχερώς τον Τυφώνα, αλλά του αφαίρεσε την ενεργητικότητα και την ισχύ του. Εξ ου και στην Κοπτό λένε πως το άγαλμα του Ώρου κρατά στο ένα χέρι τα γεννητικά όργανα του Τυφώνα και εξιστορούν για τον Ερμή πως έβγαλε τα νεύρα του Τυφώνα και τα χρησιμοποίησε για χορδές, θέλοντας να πουν ότι ο λόγος εναρμόνισε το σύμπαν και από μέρη ασύμφωνα το έφτιαξε να συμφωνεί, ενώ δεν κατέστρεψε τη φθαρτική του δύναμη, απλώς τη σακάτεψε. Επομένως εκείνη μένει εδώ ασθενική και αδρανής, ανακατεύεται και μπλέκεται με μέρη που επιδέχονται πάθη και μεταβολές, οπότε δημιουργεί στη γη σεισμούς και δονήσεις, στον αέρα καύσωνες και ανέμους ξαφνικούς, λαίλαπες και κεραυνούς. Φαρμακώνει επίσης με αρρώστιες τα νερά και την ατμόσφαιρα, τρέχει ψηλά ορμητικά μέχρι τη σελήνη, θαμπώνει και σκοτεινιάζει τη λάμψη της, όπως πίστευαν και λένε οι Αιγύπτιοι τη μια πως χτύπησε ο Τυφών, την άλλη πως έβγαλε και κατάπιε το μάτι του Ώρου, έπειτα όμως το έδωσε στον Ήλιον. Με το χτύπημα υπαινίσσονται τη χάση της σελήνης κάθε μήνα, με το τύφλωμα την έκλειψη, που γιατρεύει ο Ήλιος, ρίχνοντάς της από απέναντι φως, αμέσως μόλις αυτή βγει από τη σκιά της Γης. Η ανώτερη όμως και πιο θεϊκή φύση αποτελείται από 3 στοιχεία, το νοητό, την ύλη και το αποτελούμενο από τα δυο αυτά, που οι Έλληνες ονομάζουν Κόσμο.
Ο Πλάτων ονόμαζε συνήθως το νοητό ιδέα, υπόδειγμα και πατέρα, την ύλη μητέρα και τροφό, έδρα και χώρα της γέννησης, ενώ αυτό που προκύπτει από τα δυο παιδί και γέννημα. Όσο για τους Αιγυπτίους θα μπορούσε κανείς να εικάσει ότι τιμούν το καλύτερο από τα τρίγωνα, παρομοιάζοντας με τούτο κυρίως τη φύση του παντός, όπως και ο Πλάτων στην Πολιτεία δίνει την εντύπωση πως το χρησιμοποίησε επίσης, όταν συνέτασσε το διάγραμμα για τον γάμο. Έχει, λοιπόν, το τρίγωνο εκείνο το τρία στην κατακόρυφη πλευρά, το τέσσερα στη βάση και το πέντε στην υποτείνουσα, που η δύναμή της είναι ίση με αυτή των δυο άλλων πλευρών. Πρέπει λοιπόν να υποθέσουμε ότι η ορθή πλευρά συμβολίζει τον άντρα, η βάση την γυναίκα και η υποτείνουσα τον γόνο και των δυο, και να θεωρήσουμε τον Όσιρι αρχή, την Ίσιδα υποδοχή και τον Ώρο αποτέλεσμα. Το τρία είναι ο πρώτος περιττός και τέλειος αριθμός, το τέσσερα είναι τετράγωνο που προέρχεται από πλευρά αρτία, τη δυάδα, ενώ το πέντε μοιάζει από τη μια με τον πατέρα, από την άλλη με τη μητέρα, διότι αποτελείται από τα δύο και το τρία. Το «πάντα» λοιπόν είναι παρώνυμο του πέντε και το «αριθμώ» το αποκαλούν «πεμπάζω» (μετρώ με το πέντε). Η πεντάδα από μόνη της δημιουργεί τετράγωνο αριθμό που εκφράζει το πλήθος των γραμμάτων στους Αιγυπτίους κατά όσα χρόνια έζησε ο Άπις. Συνήθιζαν επίσης να αποκαλούν τον Ώρο Μιν, που σημαίνει τον ορατό, διότι ο κόσμος είναι κάτι το αισθητό και ορατό. Η Ίσις υπάρχουν φορές που αποκαλείται Μουθ, Άθυρι και Μεθύερ. Το πρώτο από τα ονόματα σημαίνει μητέρα, το δεύτερο τον εγκόσμιο οίκο του Ώρου, όπως και ο Πλάτων μιλάει για Χώρα και δεξαμενή της γέννησης, ενώ το τρίτο είναι σύνθετο από το πλήρες και το αίτιο, διότι πλήρης είναι η ύλη του κόσμου και ενώνεται με το αγαθό, το καθαρό και το διατεταγμένο.
Θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί ότι και ο Ησίοδος, που τοποθετεί ως πρώτο απ’ όλα το Χάος, τη Γη τον Τάρταρο και τον Έρωτα, δεν ξεκινά από άλλες αρχές αλλά από τούτες (…) Το Χάος φαίνεται πως τίθεται ως χώρα και τόπος του σύμπαντος. Το πρόβλημα παραμένει κατά κάποιον τρόπο και στον μύθο του Πλάτωνα, τον οποίο διηγήθηκε ο Σωκράτης στο Συμπόσιο σχετικά με την γένεση του Έρωτα, λέγοντας πως η Πενία που ποθούσε να κάνει παιδιά, πήγε και ξάπλωσε δίπλα στον κοιμισμένο Πόρο, έμεινε έγκυος απ’ αυτόν και γέννησε τον Έρωτα, που είναι μεικτός από τη φύση του και ποικιλόμορφος, εφόσον τον γέννησε πατέρας καλός, σοφός και αυτάρκης σε όλα, μητέρα, ωστόσο, που δεν έχει τα μέσα ούτε πόρους, οπότε λόγω της ένδειας, επιθυμεί πάντοτε σφοδρά κάποιον άλλο και τον εκλιπαρεί. Ο Πόρος δεν είναι τίποτε άλλο από το πρώτο αντικείμενο του Έρωτα, το πρώτο επιθυμητό, τέλειο και αύταρκες. Ονόμασε ακόμη (ο Πλάτων) την ύλη Πενία, επειδή της λείπει από μόνη της το αγαθό, γονιμοποιείται όμως απ’ αυτό, (…) το ποθεί πάντα και το παίρνει μέσα της. Ο κόσμος που γεννήθηκε από τούτα και ο Ώρος δεν είναι, βέβαια, αΐδιος ούτε απαθής ούτε άφθαρτος, αλλά, επειδή συνεχώς αναγεννάται, μηχανεύεται με τις μεταβολές των παθών του και τις περιπλανήσεις του να μένει πάντα νέος και να μη φθαρεί ποτέ.
Δεν πρέπει όμως να αντιμετωπίζει κανείς τους μύθους σαν να ήταν καθαρά ιστορίες, αλλά να παίρνει ό,τι προσφέρει ο καθένας λόγω της ομοιότητάς του (με τα πράγματα). Όταν λοιπόν λέμε ύλη, δεν πρέπει να παρασυρόμαστε από τις γνώμες ορισμένων φιλοσόφων και να έχομε στο μυαλό μας κάποιο άψυχο σώμα, χωρίς ποιότητα που από μόνο του παραμένει αργό και άπρακτο, διότι και το λάδι αποκαλούμε ύλη του μύρου και το χρυσάφι του αγάλματος, χωρίς ωστόσο να στερούνται εντελώς κάποιας ποιότητας. Την ίδια την ψυχή, εξάλλου, και τη διάνοια του ανθρώπου ως ύλη της γνώσης και της αρετής προσφέρομε στον λόγο να τη διατάξει και να τη ρυθμίσει. Τον νου επίσης χαρακτήρισαν ορισμένοι ως τόπο των ειδών και των νοητών, ένα είδος εύπλαστου υλικού. Ορισμένοι επίσης πιστεύουν πως ο σπόρος της γυναίκας δεν είναι ούτε δύναμη ούτε αρχή, αλλά υλικό και τροφή της γέννησης. Κρατώντας αυτά στο μυαλό μας, πρέπει να σκεφτόμαστε ότι, παρόμοια, και τούτη η θεά έχει ταχθεί με τον πρώτο θεό, ενώνεται πάντα μαζί του με έρωτα για τα αγαθά και ωραία πράγματα που την περιτριγυρίζουν, χωρίς να εναντιώνεται ποτέ, αλλά (όπως ακριβώς λέμε για άντρα, νόμιμο και πιστό πως αγαπά …) η θεά επιθυμεί εκείνον και γεμίζει απ’ ό,τι πιο σημαντικό και καθαρό εκείνος έχει.
Οι λόγοι βέβαια, οι μορφές και οι απορροές του θεού στον ουρανό και στα άστρα παραμένουν, όσα όμως είναι διάσπαρτα στη γη, στη θάλασσα, στα φυτά και στα ζώα, που είναι πράγματα ευπαθή, μολονότι διαλύονται, φθείρονται και θάβονται, πολλές φορές λάμπουν πάλι και ξανάρχονται στο φως με τις γεννήσεις. Για τούτο ο μύθος λέει πως ο Τυφών μένει μαζί με τη Νέφθυ, ενώ ο Όσιρις κρυφά πλάγιασε μαζί της, διότι τα έσχατα μέρη της ύλης, που αποκαλούν Νέφθυ και Τελευτή, εξουσιάζει κατ’ εξοχήν η φθοροποιός δύναμη. Η γονιμοποιός και σωτηρία (δύναμη) σκορπίζει πάνω τους αδύναμο και ξεθωριασμένο σπέρμα, που το κατέστρεψε ο Τυφών, εκτός απ’ όσο διασώζει, τρέφει και συγκρατεί η Ίσις, που το δέχεται μέσα της. Από κάθε άποψη είναι τούτος ανώτερος, όπως υπονοεί ο Πλάτων, επίσης και ο Αριστοτέλης. Το γόνιμο και σωτήριο στοιχείο της φύσης κινείται προς αυτόν και προς το είναι, ενώ η καταστρεπτική και φθοροποιός δύναμη απομακρύνεται απ’ αυτόν και κινείται προς το μη είναι. Για τούτο χρησιμοποιούν το όνομα Ίσις από το ίεσθαι (προχωρώ ορμητικά) με γνώση και κινούμαι, διότι είναι κίνηση που διαθέτει ψυχή και φρόνηση. Στην πραγματικότητα, το όνομα τούτο δεν είναι βαρβαρικό, αλλά, όπως για όλους τους θεούς υπάρχει όνομα κοινό που προέρχεται από το θεατός και το θέων (αυτός που τρέχει), έτσι και τη θεά τούτη από την ακριβή γνώση και συνάμα την κίνηση Ίσιδα εμείς, Ίσιδα και οι Αιγύπτιοι αποκαλούν. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Πλάτων λέει πως δηλώνει την ουσία, που οι αρχαίοι αποκάλεσαν «ισία». Παρόμοια ονόμαζαν τη νόηση και τη φρόνηση, επειδή είναι φορά και κίνηση του νου που πηγαίνει προς τα εμπρός και μετακινείται, και συνέδεσαν την κατανόηση γενικά, κάθε αγαθό και την αρετή με πράγματα που ρέουν απρόσκοπτα και τρέχουν. Όπως επίσης πάλι, κατηγορούσαν με χαρακτηρισμούς αντίθετης σημασίας το κακό που βάζει εμπόδια στη φύση, τη δεσμεύει, τη συγκρατεί και την περιορίζει να κινηθεί και να κινήσει προς τα εμπρός, αποκαλώντας το κακία, αδιέξοδο, δειλία και ανία. Ο Όσιρις, πάλι, έχει όνομα σύνθετο από το όσιος και ιερός, διότι είναι κοινός λόγος ανάμεσα στα πράγματα του ουρανού και του Άδη, από τα οποία συνήθιζαν οι παλιοί να αποκαλούν ιερά τα δεύτερα και όσια τα πρώτα. Ο λόγος, πάλι, που φανερώνει τα ουράνια και αποκαλύπτει τα πράγματα που πηγαίνουν προς τα πάνω ονομάζεται Άνουβιςκαι καμιά φορά Ερμάνουβις, διότι ταιριάζει και στα ουράνια και στα υποχθόνια σπέρματα.
(…)Στα επονομαζόμενα επίσης βιβλία του Ερμή εξιστορούν ότι έχει γραφτά για τα ιερά ονόματα, πως τη δύναμη που κατευθύνει την περιφορά του ήλιου ονομάζουν Ώρο, ενώ οι Έλληνες Απόλλωνα, ενώ τη δύναμη που κατευθύνει την περιφορά του αέρα, άλλοι λένε Όσιρι, άλλοι Σάραπι (…) Αιγυπτιακά Σώθι (…) Το όνομα τούτο σημαίνει την εγκυμοσύνη, την κυοφορία. Γι’ αυτό με παραφθορά του ονόματος στα Ελληνικά «κύων», ονόμασαν το άστρο που θεώρησαν χαρακτηριστικό της Ίσιδος.
Με τούτα ταιριάζουν και οι Αιγυπτιακές δοξασίες. Την Ίσιδα, δηλαδή, ονομάζουν και με το όνομα της Αθηνάςπου σημαίνει (πάνω κάτω) «Ήρθα από μόνη μου»και είναι δηλωτικό της αυτόματης κίνησης. Ο Τυφών ονομάζεται Σηθ, Βέβων και Σμυ, διότι τα ονόματα αυτά θέλουν να δηλώσουν κάποια βίαιη και εμποδιστική ανάσχεση ή κάποια εναντίωση και ανατροπή. Ονομάζουν επίσης τον μαγνήτη οστούν του Ώρου, ενώ οστούν του Τυφώνος τον σίδηρο, όπως αναφέρει ο Μανεθώς, διότι είναι όπως ακριβώς ο σίδηρος που πολλές φορές έλκεται και ακολουθεί τον μαγνήτη, άλλες φορές όμως απομακρύνεται και κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση ∙ έτσι και η σωτήρια, αγαθή και λογική κίνηση του κόσμου, τη μια φορά στρέφει προς το μέρος της, προσελκύει και με την πειθώ κάνει ηπιότερη τη σκληρή εκείνη δύναμη του Τυφώνος, ύστερα πάλι εμποδίζει, στρέφει προς τα πίσω και βυθίζεται στο αδιέξοδο.
(…) ο μύθος υπαινίσσεται ότι ο νους και ο λόγος του θεού αφού έμεινε αρχικά μόνος του σε τόπο αόρατο και αφανή, αργότερα προχώρησε στη γέννηση με τη βοήθεια της κίνησης.
Το σείστρο, πάλι φανερώνει πως τα όντα πρέπει κανονικά πάντοτε να σείονται και ποτέ να μη σταματούν την κίνησή τους, αλλά ότι κατά κάποιο τρόπο ξυπνούν και δονούνται, ενώ ήταν βυθισμένα σε ύπνο και μαραζώναν. Λένε πως με τα σείστρα αποτρέπουν και αποκρούουν τον Τυφώνα, θέλοντας να πουν ότι, ενώ η φθορά δεσμεύει και σταματά, η γέννηση πάλι ελευθερώνει τη φύση και την ξαναζωντανεύει με την κίνηση. Η αψίδα επίσης του σείστρου που έχει το πάνω μέρος του καμπύλο, περιέχει τέσσερα μέρη που σείονται. Πράγματι, το μέρος του κόσμου που γεννιέται και φθείρεται περιέχεται στη σφαίρα της σελήνης, ενώ μέσα της κινούνται και μεταβάλλονται τα πάντα χάρη στα τέσσερα στοιχεία, τη φωτιά, τη γη, το νερό και τον αέρα.
(…) οι Αιγύπτιοι (…) Φερσεφόνη ονομάζουν την πνοή που φέρεται (περνάει) μέσα από τους καρπούς κι έπειτα φονεύεται (καταστρέφεται).
(…) Κατά τη 19η ημέρα του πρώτου μήνα, όταν γιορτάζουν τον Ερμή, τρώνε μέλι και σύκο λέγοντας «Γλυκιά η αλήθεια»
(…) τον μήνα Μεσόρι προσφέρουν όσπρια στον Αρποκράτη λέγοντας «Η γλώσσα είναι τύχη, η γλώσσα είναι δαίμων»
Το κατ’ εξοχήν ιερό φυτό της θεάς είναι η Περσέα, διότι ο καρπός της μοιάζει με καρδιά και το φύλλο της με γλώσσα. Πράγματι, κανένα πράγμα απ’ όσα διαθέτει ο άνθρωπος από τη φύση του δεν είναι θεϊκότερο από τον λόγο, κυρίως τον λόγο σχετικά με τους θεούς, και τίποτε δεν ρέει περισσότερο προς την ευδαιμονία (από το λόγο).
Για τούτο πολύ σωστά λένε οι φιλόσοφοι πως όσοι δεν ασκούνται να καταλάβουν σωστά τις λέξεις, χρησιμοποιούν λανθασμένα και τα πράγματα.
Οι Έλληνες πιστεύουν πως το περιστέρι είναι το ιερό ζώο της Αφροδίτης, το φίδι της Αθηνάς, ο κόρακας του Απόλλωνα και ο σκύλος της Άρτεμης.
(…) η Τρίαινα του Ποσειδώνα είναι σύμβολο του τρίτου χώρου, που κατέχει η θάλασσα, τρίτη κατά σειρά μετά τον ουρανό και τον αέρα.
Οι Πυθαγόρειοι πάλι και αριθμούς και σχήματα στολίζουν με τα ονόματα των θεών. Το ισόπλευρο τρίγωνο ονομάζουν Αθηνά που γεννήθηκε από την κορυφή και τριτογεννημένη, επειδή διαιρείται σε 3 καθέτους που ξεκινούν από τις τρεις γωνίες. Τον αριθμό ένα ονόμασαν Απόλλωνα, επειδή αποφάσκει το πλήθος και λόγω της απλότητας της μονάδας. Τη δυάδα ονόμασαν έριδα και θράσος και την τριάδα δικαιοσύνη, διότι ανάμεσα στο «αδικώ» και το «αδικούμαι», που το δεύτερο είναι έλλειψη και το πρώτο υπερβολή, υπάρχει η δικαιοσύνη που βασίζεται στην ισότητα. Η αποκαλούμενη τετρακτύς, το τριάντα έξι δηλαδή, ήταν ο μέγιστος όρκος, όπως λέει ο θρύλος, και έχει ονομαστεί επίσης κόσμος, επειδή αποτελείται από την πρόσθεση των τεσσάρων πρώτων αρτίων αριθμών και των τεσσάρων πρώτων περιττών.
Όσο για τις στολές, αυτές της Ίσιδος είναι βαμμένες πολύχρωμες (διότι η δύναμή της περιστρέφεται γύρω από την ύλη που γίνεται τα πάντα και δέχεται τα πάντα, φως, σκοτάδι, μέρα, νύχτα, φωτιά, νερό, ζωή, θάνατο, αρχή, τέλος). Η στολή του Οσίριδος δεν έχει σκιάσεις ούτε ποικιλοχρωμία, αλλά ένα και μόνο χρώμα, αυτό που μοιάζει με φως, διότι η αρχή του κόσμου είναι απρόσμικτη και αμιγές το πρωταρχικό και νοητό. Για τούτο, αφού το φορέσουν μια φορά, την κρατάνε μετά κρυμμένη και ανέγγιχτη, ενώ της Ίσιδος τις χρησιμοποιούν πολλές φορές, διότι τα αισθητά πράγματα, επειδή τα χρησιμοποιούμε και είναι πρόχειρα, μας επιτρέπουν να δούμε πολλές αναπτύξεις και όψεις τους, καθώς αλλάζουν με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά. Η νόηση όμως του νοητού, καθαρού και απλού έλαμψε στην ψυχή σαν αστραπή και προσφέρεται για μια μόνο φορά να την αγγίξει και να την περιεργαστεί. Για τούτο ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης αποκαλούν τούτο το μέρος της φιλοσοφίας εποπτικό, εφόσον όσοι, χάρη στον λόγο, παρακάμπτουν τα δεδομένα της γνώμης, τα μεικτά και ποικιλόμορφα, σκιρτούν προς εκείνο το πρώτο, το απλό και το άυλο, και, αγγίζοντας στην πραγματικότητα την καθαρή αλήθεια γύρω τους, θεωρούν πως σαν μέσα από μυητική τελετή κατέχουν τώρα τον τελικό σκοπό της φιλοσοφίας.
Τούτο επίσης που οι σημερινοί ιερείς, για καθαρά τυπικούς λόγους, υποδηλώνουν, αποκρύπτοντας το βαθύτερο νόημα με προσοχή, ότι, δηλαδή ο θεός τούτος εξουσιάζει και βασιλεύει στους νεκρούς, εφόσον δεν είναι άλλος από εκείνον που ονομάζουν οι ΄Ελληνες Άδη και Πλούτωνα, επειδή αγνοούν οι άνθρωποι με ποια έννοια είναι αληθινό, τους διαταράσσει και καταλαβαίνουν πως ο πραγματικός ιερός και όσιος Όσιρις κατοικεί μέσα στη γη και κάτω από τη γη, εκεί που κρύπτονται τα σώματα όσων θεωρείται ότι ετελεύτησαν. Εκείνος όμως βρίσκεται πάρα πολύ μακριά από τη γη, άσπιλος, αμόλυντος και καθαρός από κάθε είδους ουσία που δέχεται τη φθορά και τον θάνατο, ενώ για τις ψυχές των ανθρώπων εδώ κάτω, που περικλείονται από σώματα και πάθη, δεν είναι δυνατή η επαφή με το θεό, παρά μόνο όσο (είναι δυνατό) να αγγίξει κανείς όνειρο αμυδρό με τη νόηση μέσω της φιλοσοφίας. Όταν όμως, ελευθερωμένες πια, μεταβούν στο ανίδωτο, το αόρατο, το απαλλαγμένο από παθήματα και αγνό, ο θεός τούτος θα είναι ηγέτης και βασιλιάς τους, σα να ήταν κρεμασμένες επάνω του, να τον κοίταζαν αχόρταγα και να ποθούσαν το κάλλος, που ούτε να το ξεστομίσουν ούτε να το διηγηθούν μπορούν οι άνθρωποι, (κάλλος) που, όπως δείχνει η παλιά παράδοση, έχει ερωτευθεί η Ίσις, το αναζητάει συνεχώς, σμίγει μαζί του και γεμίζει τον κόσμο μας με όλα τα ωραία και αγαθά πράγματα, όσα έχουν μερίδιο στη γέννηση.
Πρόκλος:
Δια τούτο οι παλαιοί έδωσαν την πρώτη θέση στις Μούσες και τον μουσηγέτην Απόλλωνα , του ενός χορηγούντος την μοναδικήν ενοποίηση της όλης αρμονίας, των δε συγκρατουσών την διαιρεμένην πρόοδο της αρμονίας αυτής, και συνάρμοσαν τον αριθμόν αυτών προς τις οκτώ Σειρήνες τις αναφερόμενες στην Πολιτεία (Χ 617 Β). Κατ’ αυτόν τον τρόπο διατηρούν το Σύμπαν ∙ το μέσον μεταξύ της Μονάδος και της Εννεάδος, οργανώθηκε τριαδικώς και πενταδικώς, τετραδικώς μεν κατά τις τέσσαρες Ιδέες των ζώντων όντων, τις οποίες το Παράδειγμα εν εαυτώ (39, 1-8), πενταδικώς δε κατά τα πέντε σχήματα δια των οποίων ο Δημιουργός τα πάντα κατεκόσμησε, εισάγοντας σε αυτές και μιαν πέμπτην Ιδέαν, όπως λέγει ο Τίμαιος (55, 4-6) και εγκαθιστώντας αυτήν εναρμονίως εν τω Παντί.
Η πέμπτη αυτή Ιδέα είναι το δωδεκάεδρον, εικόνα συμπίπτουσα περισσότερο προς την σφαίρα, που είναι το τελειότερο των σχημάτων (προβλ. Ολυμπιοδ. εν Φαιδ. 179, …) Σημείωση: Πρόκλος (εν Τιμαίω ΙΙ 208,9) και ΙΙ 234, 23 και 30)
Τα άλλα σχήματα (πλατωνικά στερεά) είναι η πυραμίς (τετράεδρον-πυρ), το οκτάεδρον (αήρ), το εικοσάεδρον (ύδωρ) και ο κύβος (γη).
«Επειδή η διαίρεση του ουρανού γίνεται σε οκτώ σφαίρες, ενώ του Κόσμου ολόκληρου σε εννέα σφαίρες, και η πρώτη διαίρεση είναι αφιερωμένη στις Σειρήνες (εις την Πολιτ. (Χ 617 Β4) και η δευτέρα σε όλες τις εννέα Μούσες, υπό τις οποίες υπάγονται οι Σειρήνες, είναι και πάλι εύλογο ο τόνος να κλείσει το όλον διάγραμμα (της αρμονίας).
Μέσα στον Δημιουργό υπήρχαν εν αρχή αυτά τα δυο, ο λογισμός και η αρμονία. Δια τούτο έπλασε ο ίδιος και τις Μούσες και τον Μουσηγέτην (Απόλλωνα) όπως στην ερμαϊκή σειρά. Σε αυτόν λοιπόν υπάρχουν πρωταρχικώς τόσον ο δημιουργικός λογισμός, όσο και η αρμονία, εκ των οποίων ο πρώτος είναι ερμαϊκός και η δευτέρα απολλώνειος, η δε ψυχή πεπληρωμένη αμφοτέρων, μετέχει τόσον του λογισμού, όσον και της αρμονίας.
(Μούσα< μύσθαι(<μάω=επιθυμώ ζωηρά)επιθυμία προς ποίηση, μουσική, τέχνες,Μούσαι: θεότητες της Μνήμης)
Αριστόξενος:
«Οι Ινδοί Βραχμάνες στην κοσμοθεωρία τους πρεσβεύουν ότι ο Κόσμος δημιουργήθηκε από στοιχεία όχι τέσσερα, όπως έλεγε η Ιωνική Φιλοσοφία, αλλά πέντε ∙ ύδωρ, αέρα και γη και πυρ και αιθέρα «ον (αιθέρα) ηγείσθαι χρη γένεσιν Θεών είναι ∙ τα μεν γαρ του αέρος έλκοντα θνητά πάντα, τα δε του αιθέρος αθάνατα τε και θεία». «Ζώον είναι τον Κόσμον» ∙ «άρσεν και θήλυ ∙ αυτός γαρ εαυτώ ξυγγενόμενος το μητρός τε και πατρός εις την ζωογονίαν πράττει».
( Από τον « Βίο ΑπολλωνίουΤυανέως»)
Επίκουρος:
«Υπάρχουν άπειροι κόσμοι, άλλοι όμοιοι και άλλοι διαφορετικοί από τον δικό μας […] πρέπει να πιστέψουμε ότι σε όλους τους άλλους κόσμους υπάρχουν ζωντανά πλάσματα και φυτά καθώς και άλλα πράγματα που βλέπουμε εντός του δικού μας κόσμου»
(Επιστολή προς Ηρόδοτον)
Ηράκλειτος:
«εκ πυρός τα πάντα συνεστάναι και εις τούτο αναλύεσθαι ∙ πάντα δε γίνεται καθ’ ειμαρμένην και δια της εναντιοδρομίας(εναντιώσεως) ηρμόσθαι τα όντα. Και πάντα ψυχών είναι και δαιμόνων πλήρη (…) Πυρ είναι στοιχείον και πυρός αμοιβήν τα πάντα, αραιώσει και πυκνώσει γινόμενα. Σαφώς δ’ ουδέν εκτίθεται. Γίνεσθαι τε πάντα κατ’ εναντιότητα και ρειν τα όλα ποταμού δίκην, πεπεράνθαι δε το παν και ένα είναι κόσμον ∙ γεννάσθαι τε αυτός εκ πυρός και πάλιν εκπυρούσθαι, κατά τινας περιόδους εναλλάξ τον σύμπαντα αιώνα ∙ τούτο δε γίνεται καθ’ ειμαρμένην. Των δε εναντίων το μεν επί την γένεσιν άγον καλείσθαι πόλεμον και έριν, το δ’ επί την εκπύρωσιν ομολογίαν και ειρήνην, και την μεταβολήν οδόν άνω κάτω, τον τε κόσμον γενέσθαι κατ’ αυτήν. Πυκνούμενον γαρ το πυρ* εξυγραίνεσθαι συνιστάμενον τε γίνεσθαι ύδωρ, πηγνύμενον δε το ύδωρ εις γην τρέπεσθαι ∙ και ταύτην οδόν επί το κάτω είναι ∙ πάλιν δε αυ την γην χείσθαι, εξ ης το ύδωρ γίνεσθαι, εκ δε τούτου τα λοιπά, σχεδόν πάντα επί την αναθυμίασιν ανάγων την από της θαλάττης ∙ αύτη δ’ έστι η επί το άνω οδός».
Αέτιος :
«Εκ πυρός γαρ πάντα γίγνεσθαι και εις πύρ πάντα τελευτάν ∙ τούτου δε κατασβεννυμένου κοσμοποιείσθαι τα πάντα (…) πάλιν δε τον κόσμον και τα σώματα πάντα υπό του πυρός αναλούσθαι εν τη εκπυρώσει»
Πλάτων:
«Του κόσμου του ιδικού μας η θεότης άλλοτε κατευθύνει την κίνηση απολύτως, άλλοτε εγκαταλείπει αυτήν, όταν οι κύκλοι επιτύχουν την διάρκειαν, η οποία αρκεί στον κόσμο, τότε αρχίζει η στροφή προς την αντίθετη διεύθυνση της κίνησής του».
Πρόκλος: «Διά τούτον λοιπόν τον λόγον το Σύμπαν διηρέθη βάσει των δημιουργικών αριθμών της δυάδος, τριάδος, τετράδος, πεντάδος, εβδομάδος, δωδεκάδος (…) Μετά από όλας αυτάς τας διαιρέσεις η διακλήρωσις (κατανομή) του Σύμπαντος, επετεύχθη δια της δωδεκάδος ∙ εις τους κλήρους των θεών συναρτώνται εκείνοι των αγγέλων και των δαιμόνων, οι οποίοι μετέχουν μείζοντος ποκιλίας εις τας διανομάς».
(εις Τίμαιον Ι 136, 21 και 137, 7, 16)
«Και επειδή το σχήμα της ψυχής είναι όπως ένα Χ και η μορφή της είναι δυαδική-διότι η τομή γίνεται εις δύο μέρη-η δε δυάς πολλαπλασιαζομένη επί την εξάδα, που είναι ο πρώτος θεμελιώδης αριθμός του Χ (του 600) δίδει την δωδεκάδα, δυνάμεθα να συναγάγωμεν τας 12 αρχικάς πρώτας ψυχάς (των δώδεκα θεών)».
(εν Τιμ. ΙΙ 277, 22)
«Σημειωθήτω ότι κατά τον Πλάτωνα η διαίρεσις του Κόσμου είναι τριπλή, κατά μεν τας ιδέας ουρανίως, αερίως (αιθερίως), ενυδρίως και χθονίως, κατά τα σχήματα εις κύβον, εικοσάεδρον πυραμίδα και δωδεκάεδρον, κατά τας σφαίρας οκτώ, τας ουρανίας μετά της απλανούς (σφαίρας του ζωδιακού) και μιάς υπό των πάντων στοιχείων, ως μιάς ειλημμένων, το σύνολον εννέα». (εις Τιμ. ΙΙ 333, 4)
«Διό και μήνα τον δωδέκατον (ο Πλάτων) εν Νόμοις (VIII σ.8 28) απένειμε ταις των χθονίων θεραπείαις και την μεγίστην θεάν Εκάτην τα πέρατα των εγκοσμίων συγκλίνουσαν και δια τούτο κληδούχον αποκαλουμένην,τα δωδέκατα φησίν ο Θεολόγος του κόσμου κληρώσασθαι» (Εν ΠολιτείαΙΙ 121,8)
Σημείωση: *Ηράκλειτος : περί κόσμου εκ του «αειζώου πυρός» αποσπ. του Διογένη Λαερτίου (ΙΧ 7-8) (αποσ. Στοβαίου : «Εκ
πυρός γαρ πάντα και εις πυρ πάντα τελευτά») Διακρίνει δυο φάσεις ανακύκλωσης : α) την χρησμοσύνην (όπου το πυρ
μεταμορφώνεται στα 3 άλλα στοιχεία : την θάλασσα- τον «πρηστήρα»(φλογισμένον αέρα-αιθέρα) και την γην. Είναι η φάση της
διακοσμήσεως του σύμπαντος και β) τον κόρον: Επάνοδο του διαφοροποιημένου σύμπαντος στην αρχική πυρώδη κατάσταση
–«εκπύρωσις».
{youtube}60B32hrI8bo{/youtube}
Αλέξανδρος:
Η διάλυση και η φθορά του κόσμου δεν βρίσκονται στην ύλη του, που είχε τη δύναμη να γίνει κόσμος, αλλά σε άλλον κόσμο, όπου, λόγω της απειρότητας και της αλληλοδιαδοχής τους, δεν υπάρχει ανάγκη επιστροφής στον ίδιο κόσμο».
Γάϊος:
«Αυτά πίστευαν και οι οπαδοί του Λεύκιππου και του Δημόκριτου. Οι κόσμοι του Δημόκριτου, αφού μετατρέπονται σε άλλους κόσμους, αποτελούνται από τα ίδια άτομα, γίνονται ίδιοι ως προς το είδος, αν όχι και ωςπρος τον αριθμό.
(…) ο κόσμος φθείρεται, με την επικράτηση του μεγαλύτερου επί του μικρότερου.
Θεόδωρος:
Για τούτο είναι αδύνατο να γεννώνται όλα ταυτόχρονα από μία ύλη, εφόσον τα λεπτά, μικρά και απλούστερα στην κατασκευή κατ’ ανάγκην υπακούουν πρώτα σε αυτό που κινεί και διαπλάθει την ύλη, συντίθενται και προϋπάρχουν πριν από εκείνα που διαθέτουν αδρότερα μέρη, μεγάλο όγκο και πιο περίπλοκη σύνθεση, όπως το δωδεκάεδρο. Έπεται επομένως, ότι το μόνο πρώτο σώμα είναι η πυραμίδα και κανένα άλλο, εφόσον ως προς τη γένεση υπολείπονται από τη φύση τους.
Θεραπεία λοιπόν και τούτου του παραδόξου είναι η διαίρεση και διάκριση της ύλης σε πέντε κόσμους. Στον έναν πρώτη αρχή θα είναι η πυραμίδα, στον άλλο το οκτάεδρο, στον άλλο το εικοσάεδρο. Από εκείνο που αποτελεί πρώτη αρχή στον καθένα θα δημιουργηθούν τα υπόλοιπα, εφόσον η μεταβολή τού οτιδήποτε σε οτιδήποτε γίνεται με συνένωση και διαχωρισμό των μελών (…)
Επειδή όταν σβήνει η φωτιά, δημιουργείται αέρας και καθώς αυτός γίνεται πάλι πιο λεπτός, δίνει από μόνος του Φωτιά, πρέπει να παρατηρήσει κανείς τα παθήματα και τις μεταβολές στα σπέρματα του καθενός (σώματος). Σπέρματα της φωτιάς είναι η πυραμίδα, που αποτελείται από 24 πρώτα τρίγωνα, ενώ το οκτάεδρο του αέρα αποτελείται από 48 ίδια τρίγωνα. Επομένως, το ένα στοιχείο αέρα γίνεται από δύο σώματα φωτιάς, που αναμειγνύονται και ενοποιούνται, ενώ (το στοιχείο) του αέρα πάλι, όταν κατακερματίζεται, διαχωρίζεται σε δύο σώματα φωτιάς ∙ αν συμπιεστεί στη συνέχεια και συμπυκνωθεί, εξαφανίζεται στη μορφή του νερού. Συνεπώς, παντού το πρώτο που προϋπάρχει κάθε φορά ως αρχή προσφέρει σε όλα τα άλλα τη δυνατότητα να προκύψουν εύκολα με τη μεταβολή, και δεν είναι μόνον ένα το πρώτο, αλλά σε διαφορετικό σύστημα άλλο κάθε φορά διαθέτει την κίνηση που προϋπάρχει και οδηγεί σε γένεση, οπότε διατηρούν όλα το ίδιο όνομα*.
Σημείωση: * «και μη μόνον έν είναι πρώτον, ετέρου δ’ εν ετέρω συστήματι κίνησιν αρχηγόν και προληπτικήν ες
γένεσιν έχοντος πάσι τηρείσθαι την ομωνυμίαν» (Πλουτάρχου«Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων») .
Αμμώνιος :
… ο Θεόδωρος (…) ξεκινά με το αξίωμα ότι δεν συντίθενται ταυτόχρονα και τα πέντε σώματα αλλά το πιο λεπτό κάθε φορά και αυτό που συντίθεται με τη λιγότερη δυσκολία είναι το πρώτο που βγαίνει προς γένεση (…) Αν, λοιπόν, σε περίπτωση που υπάρχουν πέντε σώματα και πέντε κόσμοι, ένα στον καθένα έχει την πρωτοκαθεδρία στη γένεση, σε όποιο κόσμο είναι ο κύβος πρώτος, δεν θα εμφανίζεται κανένα από τα άλλα, διότι δεν μπορεί από τη φύση του να μεταβληθεί σε κανένα τους.
Πλούταρχος:
Εφόσον τίθεται ως υπόθεση η ύπαρξη δυο φύσεων, η μία αισθητή, που μεταβάλλεται με γένεση και φθορά και φέρεται άλλοτε εδώ και άλλοτε εκεί, ενώ η άλλη στην ουσία νοητή, που βρίσκεται πάντοτε στην ίδια κατάσταση, είναι φοβερό, σύντροφε, η νοητή να ξεχωρίζεται και να περιλαμβάνει τη διαφορά στους κόλπους της, ενώ για τη σωματική, που υφίσταται τις μεταβολές, να εκνευριζόμαστε και να δυσανασχετούμε, αν κάποιος δεν την αφήνει ενωμένη, δεμένη και εναρμονισμένη με τον εαυτόν της, αλλά την ξεχωρίζει και την διαχωρίζει. Πράγματι, στα μόνιμα και θεία πράγματα ταιριάζει σίγουρα περισσότερη να διαθέτουν συνοχή μέσα τους και να αποφεύγουν όσο είναι δυνατόν οποιαδήποτε τομή και διαίρεση, αλλά και σε αυτά η δύναμη της ετερότητας δρα και κάνει στην περίπτωση των νοητών τις ανομοιότητες ως προς τον λόγο και την ιδέα μεγαλύτερες από τις αποστάσεις ως προς τον τόπο. Έτσι αντιδρώντας και σε κείνους που λένε ότι το όλον είναι ένα, υποστηρίζει ο Πλάτων ότι υπάρχει το ον, η ταυτότητα, η ετερότητα και πάνω απ’ όλα η κίνηση και η στάση. Εφόσον, λοιπόν, πέντε είναι τούτα , δεν είναι ν’ απορεί κανείς που καθένα από τα σωματικά εκείνα στοιχεία είναι μίμημα της Φύσης καθενός από τούτα και είδωλο, όχι αμιγές και καθαρό, αλλά στο μέτρο που το καθένα συμμετέχει περισσότερο στην κάθε ιδιότητα. Ο κύβος είναι εμφανώς το οικείο στη στάση σώμα, λόγω της στερεότητας και σταθερότητας των επιπέδων του. Για την πυραμίδα ο καθένας θα μπορούσε να αναγνωρίσει τον πυρίμορφο και κινητικό της χαρακτήρα στη λεπτότητα των πλευρών και την οξύτητα των γωνιών της. Η φύση του δωδεκαέδρου, που μπορεί να περιλάβει τα υπόλοιπα σχήματα, θα μπορούσε να θεωρηθεί πως αποτελεί εικόνα του όντος σε σχέση με οτιδήποτε σωματικό. Όσο για τα υπόλοιπα δυο, το εικοσάεδρο συμμετέχει κυρίως στην ιδέα της ετερότητας, ενώ το οκτάεδρο κυρίως στην ιδέα της ταυτότητας. Για τούτο το τελευταίο αυτό παρήγαγε τον αέρα, που περικλείει κάθε ουσία σε μία μορφή, ενώ το πρώτο το νερό, που μετατρέπεται με την κράση σε όσο το δυνατόν περισσότερα είδη ποιοτήτων. Εφόσον λοιπόν η φύση απαιτεί την ισονομία σε όλα, λογικά και οι κόσμοι δεν θα είναι περισσότεροι ούτε λιγότεροι από τα υποδείγματα, έτσι, ώστε το καθένα τους να έχει στον κάθε κόσμο θέση και δύναμη καθοδηγητική, όπως ακριβώς είχε και στη σύσταση των σωμάτων.
( . . .)
Αυτό που πρέπει να εξετάσετε με προσοχή είναι ότι από τις ανώτατες αρχές, και εννοώ το ένα και την αόριστη δυάδα, η δεύτερη, που είναι στοιχείο της κάθε αμορφίας και αταξίας, έχει αποκληθεί απειρία, ενώ η φύση του ενός, που περιορίζει και συγκρατεί το κενό, το άλογο και απροσδιόριστο στοιχείο της απειρίας, παράγει το έμμορφο, αυτό που ενέχεται και επιδέχεται κατά κάποιο τρόπο τη δήλωση, η οποία είναι απόρροια της άποψής μας για τα αισθητά πράγματα. Αυτές οι αρχές εμφανίζονται κατ’ αρχάς στο πεδίο των αριθμών, ή για να το διατυπώσομε καλύτερα, το πλήθος δεν είναι γενικά ο αριθμός, αν το ένα, που πρόεκυψε ως άλλη μορφή ύλης, από το άπειρο και απροσδιόριστο, δεν αποκόπτεται αλλού ως περισσότερο αλλού ως λιγότερο. Αριθμός προκύπτει εκεί όπου το καθένα από τα πλήθη προσδιορίζεται από το ένα. Αν αναφερθεί το ένα, η αόριστη δυάδα επιβάλλει πάλι τη σύγχυση και παράγει κάθε τι το άρρυθμο, άπειρο και στερούμενο μέτρου. Επειδή όμως το είδος δεν είναι αναίρεση της ύλης, αλλά μορφή και τακτοποίηση της υποκείμενης ύλης, είναι αναγκαίο και στον αριθμό να ενυπάρχουν και οι δυο αρχές, εξ ου και προκύπτει η πρώτη και πιο μεγάλη διαφορά και ανομοιότητα. Πράγματι, η αόριστη αρχή είναι δημιουργός του αρτίου, ενώ η καλύτερη του περιττού. Πρώτος των αρτίων αριθμών είναι το δύο και το τρία είναι ο πρώτος των περιττών, από τους οποίους προκύπτει το πέντε, που είναι ως προς τη σύνθεση κοινός από τους δυο τους αριθμός και ως προς τη δύναμή του περιττός. Έπρεπε πράγματι, εφόσον το αισθητό και σωματικό χωρίζεται σε περισσότερα μέρη λόγω της σύμφυτης ανάγκης της ετερότητας, ο αριθμός τους να μην είναι ούτε ο πρώτος άρτιος ούτε ο πρώτος περιττός, αλλά ο τρίτος που αποτελείται από τούτους, ούτως ώστε να προκύπτει και από τις δυο αρχές τόσο αυτή που δημιουργεί το άρτιο, όσο και αυτή που δημιουργεί το περιττό, δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατόν για τη μια να διαχωριστεί από την άλλη, εφόσον η καθεμιά έχει τη φύση και τη δύναμη της αρχής. Καθώς λοιπόν συνδυάστηκαν και οι δυο, παρέμεινε η καλύτερη, αφού επικράτησε της αοριστίας που διαιρεί το σωματικό και, ενώ η ύλη διαχωριζόταν προς τις δυο κατευθύνσεις, βάζοντας στη μέση τη μονάδα, δεν άφησε το παν να διαιρεθεί στα δύο, αλλά προέκυψε μεν πλήθος κόσμων από την ετερότητα και διαφορά της αοριστίας, η δύναμη όμως της ταυτότητας και του ορισμένου έκανε το πλήθος να είναι περιττό, και περιττό υπό την έννοια ότι δεν άφησε τη φύση να προχωρήσει πιο μακριά από το καλύτερο. Αν το ένα ήταν αμιγές και καθαρό, η ύλη δεν θα επιδεχόταν καθόλου χωρισμό. Καθώς όμως έχει αναμειχθεί με την δυάδα, που έχει την τάση να διαιρεί, δέχτηκε τομή και διαίρεση, αλλά σταμάτησε εδώ, εφόσον το περιττό επικράτησε του αρτίου. Για τούτο οι παλιοί, είχαν τη συνήθεια να ονομάζουν το «αριθμώ» «πεμπάζω» (μετρώ με το πέντε). (…) Και το «πάντα» είναι παρώνυμο του πέντε, πράγμα λογικό, εφόσον η πεντάδα έχει συσταθεί από τους πρώτους αριθμούς. Πράγματι, οι υπόλοιποι αριθμοί πολλαπλασιαζόμενοι με άλλους παράγουν ως αποτέλεσμα αριθμούς διαφορετικούς από τον εαυτό τους, ενώ η πεντάδα, όταν πολλαπλασιασθεί με άρτιο αριθμό παράγει το τέλειο δέκα, ενώ όταν πολλαπλασιαστεί με περιττό, αναπαράγει τον εαυτόν της. Αφήνω πάλι πως η πεντάδα είναι πρώτη που έχει συντεθεί από τα δυο πρώτα τετράγωνα, τη μονάδα και την τετράδα, είναι η πρώτη που έχοντας δύναμη ίση με τους δυο αριθμούς που προηγούνται αυτής, συνθέτει το ωραιότερο των ορθογωνίων τριγώνων, και η πρώτη που πρόσφερε την αναλογία ένα προς ένα και ένα δεύτερο. (…)
Σε μας τους ίδιους πράγματι διένειμε πέντε αισθήσεις και μέρη της ψυχής, το φυτικό, το αισθητικό, το επιθυμητικό, το θυμοειδές και το λογιστικό και δάχτυλα στο κάθε χέρι τόσα στον αριθμό αλλά και το κατ’ εξοχήν γόνιμο σπέρμα σε πέντε μέρη σχίζεται, εφόσον δεν έχει αναφερθεί γυναίκα που να γέννησε περισσότερα από πέντε παιδιά στον ίδιο τοκετό (…)
Για την Ρέα, επίσης, οι Αιγύπτιοι αναφέρουν στη μυθολογία τους ότι γέννησε πέντε θεούς, θέλοντας να υπαινιχθούν τη γέννηση των πέντε κόσμων από μια ύλη. Στο σύμπαν, πάλι, πέντε ζώνες έχει ο τόπος γύρω από τη γη, με πέντε κύκλους προσδιορίζεται ο ουρανός, δυο αρκτικούς, δυο τροπικούς και στη μέση τον ισημερινό, πέντε επίσης είναι οι περιστροφές των πλανητών, εφόσον ο Ήλιος, ο Φωσφόρος (Αφροδίτη) και ο Στίλβων (Ερμής) ομοδρομούν. Αρμονική επίσης είναι και η διάταξη του κόσμου, όπως ακριβώς, ας μην ξεχνάμε, και η αρμονία, όπως την εννοούμε, βλέπομε να στηρίζεται σε πέντε θέσεις των τετραχόρδων, τις υπάτες, τις μέσες, τα συνημμένα, τα διαζευγμένα και τις υπερβολαίες. Αλλά και τα μελωδικά διαστήματα είναι πέντε (…)
Έτσι, η φύση χαίρεται, καθώς φαίνεται, να κάνει τα πάντα με βάση το πέντε και όχι με βάση τη σφαίρα, όπως έλεγε ο Αριστοτέλης. Γιατί όμως (…) ο Πλάτων συσχέτισε τα πέντε σχήματα με τον αριθμό των πέντε κόσμων, λέγοντας ότι του πέμπτου συνδυασμού έκανε κυρίως χρήση ο θεός στο σύμπαν, όταν το διακοσμούσε, έπειτα υποβάλλοντας το ερώτημα για το πλήθος των κόσμων (…) αν είναι από τη φύση τους πέντε ή ένας (…) γιατί φάνηκε να πιστεύει πως εδώ έχει την πηγή της η αντίληψη αυτή ; (…) Ας παρατηρήσουμε ότι από τις διαφορές των σωμάτων και των σχημάτων εκείνων προκύπτουν κατ’ ανάγκην άμεσα και διαφορές κινήσεων, (…) αυτό που διαχωρίζεται ή συνενώνεται ταυτόχρονα με την ετεροίωση της ουσίας αλλάζει και τόπο (Πλάτων).
Αν από αέρα προκύψει φωτιά, αφού το οκτάεδρο διαλυθεί και κατακερματισθεί σε πυραμίδες ή από φωτιά προκύψει πάλι αέρας, με τη συνώθηση και σύνθλιψη σε οκτάεδρο, δεν είναι δυνατόν να μένει εκεί όπου βρισκόταν προηγουμένως, αλλά φεύγει και πηγαίνει προς άλλον τόπο δια της βίας, αντιδρώντας σε όσα προβάλλουν αντίσταση και το κρατούν πίσω. Ακόμη καλύτερα παρουσιάζεται αυτό που συμβαίνει με εικόνα, «τους σπόρους που σείονται και λιχνίζονται με τα κόσκινα και τα άλλα όργανα για τον καθαρισμό του σιταριού, εννοώντας πως κατά τον ίδιο τρόπο τα στοιχεία, καθώς σείουν την ύλη και σείονται από εκείνη, κάθε φορά τα όμοια πηγαίνουν με τα όμοια και το καθένα καταλαμβάνει διαφορετικό τόπο, προτού απ’ αυτά προκύψει, μετά από οργάνωση, το σύμπαν. Εφόσον λοιπόν η ύλη βρισκόταν τότε στην κατάσταση που βρίσκεται πιθανώς το σύμπαν, από το οποίο απουσιάζει ο θεός, αμέσως οι πέντε πρώτες ποιότητες, διαθέτοντας δικές τους ροπές, κινούνταν χωριστά, χωρίς να διακρίνονται τελείως ούτε ξεκάθαρα, επειδή, όταν τα πάντα είναι αναμεμειγμένα, πάντοτε αυτά που κυριαρχούνται ακολουθούν παρά φύση αυτά που κυριαρχούν. Για τούτο δημιούργησαν μέρη και διαιρέσεις ισάριθμες με τα γένη των σωμάτων, που το καθένα κινείται προς διαφορετική κατεύθυνση, τη μια όχι (διαίρεση και μέρος) καθαρής φωτιάς αλλά με μορφή φωτιάς, την άλλη όχι καθαρού αιθέρα αλλά με μορφή αιθέρα, την τρίτη όχι της γης αυτής καθ’ εαυτήν, αλλά με την μορφή γης, κυρίως όμως (…) και την κοινωνία αέρα και νερού, επειδή, όπως αναφέρθηκε, πολλά προέκυψαν μέσω της ανάμειξης με τα ετερογενή. Πράγματι ο θεός δεν διαχώρισε ούτε διέταξε την ουσία, αλλά την παρέλαβε, ενώ είχε ξεχωριστεί από μόνη της και κινούνταν ξεχωριστά, την τακτοποίησε και την συνάρμοσε με βάση την αναλογία και το μέτρο. Έπειτα, αφού εγκατέστησε στην καθεμία Λόγο, που ήταν σαν αρμοστής και την περιφρουρούσε, έφτιαξε τόσους κόσμους όσα και τα γένη των σωμάτων που προϋπήρχαν. Τούτα εδώ πρέπει να αποδώσουμε στον Πλάτωνα, σύμφωνα με τον Αμμώνιο.
Εγώ όμως, όσον αφορά στον αριθμό των κόσμων, δεν θα ισχυριζόμουν ποτέ πως είναι τόσοι, ενώ δεν θεωρώ πιο παράλογη από άλλη την άποψη που θέτει την ύπαρξη περισσοτέρων του ενός κόσμων όχι όμως απείρων αλλά περιορισμένων ως προς το πλήθος, βλέποντας πως, δεδομένης της φυσικής ιδιότητας της ύλης να διασκορπίζεται και να μερίζεται, ούτε στο ένα μένει ούτε ο λόγος την αφήνει να προχωρεί επ’ άπειρον…
Θεανώ:
«Ουκ εξ αριθμού,κατά δε αριθμόν τα πάντα γίγνεσθαι».Οι αριθμοί δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως δημιουργικές ουσίες,αλλά η γένεσις συντελείται «κατ’αριθμόν»,βάσει αριθμητικών αναλογιών και αρμονικών κανόνων»
Αριστοτέλης:
«Η φύσις του αριθμού είναι το να δίδει σε κάθε ον ένα νόμο, έναν οδηγόν,έναν διδάσκαλον.Εκείνος είναι που μας διδάσκει ό,τι αγνοούμε και διαλύει τις αβεβαιότητές μας-διδασκαλικός του απορουμένου παντός και αγνοουμένου».
Πρόκλος :«
Δια τον αριθμόν,πρωτίστως έρχεται ο θείος αριθμός,δεύτερος ο ουσιώδης,τρίτος ο ψυχικός και τελευταίος ο φυσικός·ο πρώτος είναι ενοειδής στο είδος του,ο δεύτερος ακίνητος,ο τρίτος αυτοκίνητος και ο τέταρτος ετεροκίνητος.Όσο για την αρμονίαν,πρώτη έρχεται η αρμονία στους θεούς, δεύτερη στα όντως όντα·τρίτη η των ψυχών,τελευταία εκείνη που υπάρχει στα όντα που εναρμονίζονται από τα άλλα»
(Εν Τιμαίω Ι Ι,161,26) .
{youtube}9oSePXRbW9o{/youtube}
Αρχύτας:
«Αν έφτανα στην εξώτατη άκρη του ουρανού, θα μπορούσα να απλώσω τη ράβδο μου ή το χέρι μου σε ό,τι βρίσκεται απ’ έξω ή όχι;»
Δημόκριτος:
Ο χώρος είναι άπειρος και κατειλημμένος από άτομα με καθαρό κενό ανάμεσά τους(…) «Σε μερικούς κόσμους δεν υπάρχει Ήλιος και Σελήνη, άλλοι είναι μεγαλύτεροι από το δικό μας, σε ορισμένα σημεία είναι πιο πολυπληθείς(…) Υπάρχουν ορισμένοι κόσμοι δίχως ζωντανά πλάσματα και φυτά ή ακόμη και υγρασία».
«Θα προτιμούσα να αποκαλύψω τη μοναδική αιτία των όντων παρά να γίνω ο βασιλιάς των Περσών». (…)
Πλούταρχος:
Όταν λέει πως από τα σώματα άλλα κινούνται προς το μέσον και προς τα κάτω, άλλα προς το μέσον και προς τα πάνω, ενώ άλλα γύρω από το μέσον κυκλικά, σε σχέση με τι το θεωρεί μέσον; Όχι βέβαια σε σχέση με το κενό, εφόσον κατ’ αυτόν (το κενό) δεν υπάρχει. Σύμφωνα πάλι με όσους (θεωρούν πως το κενό) υπάρχει, δεν έχει μέσον, όπως δεν έχει ούτε πρώτο ούτε έσχατο σημείο, διότι αυτά είναι πέρατα, ενώ (το κενό) είναι άπειρο και απέραντο. Ακόμα κι αν εξανάγκαζε κανείς τον εαυτόν του, παραβιάζοντας τους νόμους της σκέψης, να δεχτεί κάποιο μέσον του άπειρου κενού,ποια θα ήταν ως προς τούτο η διαφορά στις κινήσεις των σωμάτων; Πράγματι, μέσα στο κενό ούτε δύναμη υπάρχει που να κυριαρχεί πάνω στα σώματα ούτε τα σώματα διαθέτουν προαίρεση και ορμή, με βάση την οποία ποθούν να φτάσουν στο μέσον και προς αυτό κατευθύνονται από παντού. Αδύνατον επίσης είναι να συλλάβει κανείς, προκειμένου για άψυχα σώματα, ή πως φέρονται από μόνα τους προς τόπον ασώματο και αδιαφοροποίητο ή πως ο τόπος αυτός ασκεί επάνω τους ελκτική δύναμη. Το μόνο που μένει είναι να έχει το μέσον όχι τη σημασία (του μέσου) του τόπου αλλά του σώματος. Εφόσον τούτος εδώ ο κόσμος αποτελεί μιαν ενότητα και διάταξη από περισσότερα του ενός και ανόμοια (μεταξύ τους) σώματα, οι διαφορές είναι κατ’ ανάγκην εκείνες που προκαλούν τις κινήσεις του ενός σώματος προς άλλο. Είναι φανερό επίσης, με βάση το ότι μεταλλάσσονται ως προς τις ουσίες τα επί μέρους πράγματα, πως μεταβάλλουν ταυτόχρονα και τον τόπο τους, διότι οι διαχωρισμοί διανέμουν προς τα πάνω και κυκλικά την ύλη που φεύγει από το μέσον, ενώ αντίθετα, οι συνενώσεις και συμπυκνώσεις την πιέζουν κάτω προς το κέντρο και την συγκεντρώνουν.
Για τα θέματα τούτα δεν είναι ανάγκη να κάνουμε περισσότερο λόγο εδώ. Όποια κι αν είναι η αιτία που υποθέτει κανείς ότι προκαλεί τα παθήματα τούτα και τις μεταβολές, αυτή θα συνέχει τον καθένα από τους κόσμους μέσα στον εαυτόν του, διότι κάθε κόσμος έχει γη και θάλασσα. Έχει, επομένως, δικό του μέσον ο καθένας, ιδιαίτερα παθήματα των σωμάτων, ιδιαίτερες μεταβολές, φύση και δύναμη, που περισώζει και διατηρεί στη θέση του τον καθένα, ενώ για το εκτός, είτε δεν είναι τίποτε είτε είναι κενό άπειρο, δεν υπάρχει μέσον, όπως έχει αναφερθεί. Αν όμως υπάρχουν περισσότεροι κόσμοι, ο καθένας τους έχει δικό του μέσον, επομένως και ιδιαίτερη κίνηση άλλων (σωμάτων) προς αυτό, (άλλων) από αυτό, άλλων γύρω απ’ αυτό, σύμφωνα με τις διακρίσεις που έχουν κάνει οι ίδιοι (που διατύπωσαν την άποψη). Εκείνος όμως που επιμένει πως, μολονότι υπάρχουν πολλά μέσα, προς ένα μόνον ωθούνται τα βάρη από κάθε κατεύθυνση, δεν διαφέρει σε τίποτα από εκείνον που ισχυρίζεται πως, μολονότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, το αίμα συρρέει από παντού σε φλέβα και πως όλοι οι εγκέφαλοι περιβάλλονται από μια μήνιγγα, θεωρώντας φοβερό από τα φυσικά σώματα να μην κατέχουν ένα τόπο όλα τα στερεά και έναν άλλο τα αραιά. Πράγματι, και ο ένας θα είναι παράλογος να εξανίσταται και ο άλλος που τα σύνολα έχουν τα μέρη τους τοποθετημένα σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με την κατά φύση θέση και τάξη (…) Το να υποστηρίζει κανείς την ύπαρξη περισσοτέρων κόσμων διαχωρισμένων μεταξύ τους και ταυτόχρονα να αποχωρίζει και να διαιρεί τα μέρη μέσα στα σύνολα δεν είναι παράλογο,διότι στον καθένα η γη, η θάλασσα και ο ουρανός θα βρίσκεται εκεί όπου πρέπει σύμφωνα με τη φύση τους,ενώ ο κάθε κόσμος θα έχει το πάνω,το κάτω,το γύρω και το μέσον προσδιορισμένο όχι με βάση άλλον ή εκτός,αλλά μέσα του και σε σχέση με τον ίδιο».*( «Περί του μη χραν έμμετρα νυν την Πυθίαν»)
Παύλος Πισσάνος: Το Άπειρο είναι μια Έννοια,που εκφράζει την Αιώνια Συνέχεια του Όντος,έσωθεν και έξωθεν.Η Συνέχεια π.χ. σ’ ένα όστρακο δεν είναι το πότε γεννήθηκε,πόσο έζησε και πότε πέθανε,οπότε η Συνέχειά του διεκόπη.
Η Συνέχεια είναι ο Νόμος που ορίζει,ότι το όστρακο προέρχεται από το Αιώνιο Αρχέτυπο,μέσω του οποίου κληρονόμησε τους κώδικες,το σχήμα και τον αριθμό του,έγινε όστρακο,έκανε τον κύκλο του και επιστρέφει στο Αρχέτυπό του,με όλα τα φυσικά χαρακτηριστικά που είχε σ’ όλη την διάρκεια της ζωής του.Η Ύλη και η Μορφή είναι Αιώνια.
Όμως η απειρική ιδιότητα του οστράκου δεν σταματάει εδώ.Το όστρακο αποτελείται από νοητική μάζα.Τα σκεπτόμενα άτομά του κρύβουν το καθ’ένα χωριστά το δικό του Άπειρο.Η ουσία του οστράκου δεν τελειώνει πουθενά και ποτέ μέσα στον χρόνο,γιατί η αιτία που υπάρχει και ορίζει το «είναι» του,είναι η Ακινησία.Η «εις άπειρον τομή»των ατόμων ενός όντος συναντάται με το Άπειρον της Ακινησίας,η οποία αποτελεί την αρχέγονη αλλά και πρωταρχική αιτία της ύπαρξής του.
Έτσι βρισκόμαστε μπροστά σε έναν Συμπαντικό χάρτη,του οποίου ο υλικός κόσμος,που είναι Ύλη και η Μορφή του,συναντάται,επικοινωνεί και ενοποιείται με τον Νοητικό κόσμο,τον κόσμο του Πνεύματος,που είναι η ουσία του Υλικού και προσδίδει ,μέσω της Ακινησίας,την απειροστική ιδιότητά του.
Το Άπειρον είναι Μονογονικόν αλλά δεν είναι Μονοκοσμικόν.Κάθε δομικό στοιχείο του Απείρου είναι ομοούσιον με το σύνολο της ύλης του.
Το Άπειρον αυτογενώς παράγει απείρους κόσμους,τον έναν μέσα στον άλλον,που ο κάθε ένας απ’ αυτούς κρύβει μέσα του το δικό του Άπειρο.
Έτσι,βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πολυθέαμα ενός απείρου πλήθους κόσμων,όπου ο ένας είναι μέσα στον άλλον,ενώ ταυτόχρονα όλοι μαζί τείνουν στο άνοιγμά τους να συναντηθούν με το Ακίνητον,να απορροφηθούν από αυτό και όλα να καταλήξουν στην «εν δυνάμει »Άπειρη Ουσία του Όντος.
Βεβαίως,αποδεχόμενοι την ιδέα της νοητής ζώνης στα όρια του Σύμπαντος,που ενοποιείται με τον Ακίνητο Πνευματικό κόσμο,βάζομε με την θέλησή μας στο Σύμπαν ένα όριο.
Μάνος Δανέζης :Είναι φανερό ότι η δημιουργία την οποία αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας είναι Ευκλείδια και γίνεται κατανοητή από τον άνθρωπο μέσω των τριών διαστάσεων,του ύψους,του μήκους και του πλάτους.Αυτό το Σύμπαν,όμως,αποτελεί μια εκδήλωση ενός άλλου μη Ευκλείδειου,υπεραισθητού Υπερχώρου,που συνυπάρχει μεν με το αισθητό σ’ εμάς Σύμπαν,παραμένει δε αόρατος για τις ανθρώπινες αισθήσεις μας.
Η αδυναμία μας να αντιληφθούμε τον υπεραισθητό αυτόν χώρο,ο οποίος περιβάλλει και διαποτίζει τον τρισδιάστατο συμπαντικό χώρο που αντιλαμβανό-μαστε,πηγάζει από το γεγονός ότι αυτός ο χώρος δεν είναι Ευκλείδειος και εξελίσσεται στα πλαίσια τεσσάρων διαστάσεων,του μήκους, του πλάτους,του ύψους αλλά και μιας ακόμα διάστασης,την οποία ονομάσαμε μεν χρόνο αλλά η ουσία της δεν συμπίπτει με το μέγεθος που έχουμε συνηθίσει να μετράμε στη Γη με τα ρολόγια μας.
Το γεγονός αυτό δεν γίνεται άμεσα αποδεκτό από την ανθρώπινη Νευτώνεια λογική και η αδυναμία αυτή συνδέεται με μία λανθασμένη αντίληψη ότι ο χώρος που μας περιβάλλει είναι Ευκλείδειος.Η ψευδής αυτή αίσθηση περί χώρου,που πηγάζει από την ατέλεια των γνωστών ανθρώπινων αισθήσεων και λειτουργιών,σχεδόν μηδενίζει τη δυνατότητά μας να αντιληφθούμε ολόκληρη την ουσία και την έκταση της τέταρτης διάστασης.Η διάσταση αυτή συνδέεται με την ύπαρξη ενός μη Ευκλείδειου καμπύλου χώρου,ο οποίος,μαζί με τη διάσταση χρόνος,ορίζει την αδιαταράκτως συνεχή-και μη επιδεχομένη τομής-έννοια του χωροχρόνου.
Η Ύλη είναι μια απλή καμπύλωση του τρισδιάστατου χώρου του αισθητού σ’εμάς Σύμπαντος,ένα «πηγάδι» του τρισδιάστατου χώρου,που τερματίζει στην τέταρτη διάσταση.Όταν ο χώρος των 3 διαστάσεων καμπυλώνεται προς την τέταρτη διάσταση,οι αισθήσεις μας αυτό το εκλαμβάνουν ως πυκνότητα Ύλης.Τα τετραδιάστατα αντικείμενα προβάλλονται στον «καθρέφτη» των αισθήσεών μας και συλλαμβάνονται ως αντικατοπτρισμός σε τρισδιάστατα αντικείμενα.Οι σκιές και οι προβολές του τετραδιάστατου χώρου γίνονται αντιληπτές από τον άνθρωπο και μελετώνται,αλλά είναι ψεύτικες.Για τον τρισδιάστατο άνθρωπο ένας υλικός τοίχος είναι αδιαπέραστος,όμως για τον τετραδιάστατο άνθρωπο είναι διαπερατός.
Ο χώρος και ο χρόνος είναι σκιές της πραγματικότητας.Ότι μετράμε πάνω του δεν είναι η πραγματικότητα αλλά ό,τι οι αισθήσεις μας αντιλαμβάνονται…
Η αισθητή πραγματικότητα είναι ένα matrix της αληθινής πραγματικότητας.*
Μέσα στο Σύμπαν υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός αστεριών,τα οποία,αν και εκπέμπουν τεράστια ποσά ενέργειας,παραμένουν αόρατα για το ανθρώπινο μάτι.Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι τα μήκη κύματος των εκπεμπομένων απ’ αυτά ακτινοβολιών δεν βρίσκεται στην οπτική περιοχή του ηλεκτρομα-γνητικού φάσματος και μάλιστα σ’ αυτήν που γίνεται ορατή από την ανθρώπινη όραση.
Ο εγκέφαλος,η ανώτερη μορφή οργανωμένης ύλης,βάζει βιολογικά όρια στη δυνατότητα αφομοίωσης και παρουσίασης της πληροφορίας,όταν αυτή είναι πάνω από έναν βαθμό πολυπλοκότητας.( Δανέζης- Θεοδοσίου:«Το Σύμπαν που αγάπησα», «Έτσι βλέπω τον Κόσμο»)
Φρεντ Χόυλ :«Τα πάντα υπάρχουν .Ό,τι υπήρξε κάποτε και ό,τι θα υπάρξει στο μέλλον,ενυπάρχει ήδη στο παρόν.Μόνο η συνείδησή μας κάνει τον διαχωρισμό και δημιουργεί το αίσθημα της ιστορικής ακολουθίας και αυτό του περάσματος του χρόνου.Τα αισθήματα όμως είναι ψευδαισθήσεις,δημιουργήματα της συνείδησής μας,του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε τον Κόσμο.»
Χάιντς φον Φέρστερ:«Το περιβάλλον που αντιλαμβανόμαστε είναι επινόηση του εγκεφάλου μας»
Τζωρτζ Μπέρκλεϊ:«Η Συνείδηση είναι η Μήτρα,πάνω στην οποία το Σύμπαν συλλαμβάνεται»
Βιβεκανάντα : Η Γιόγκα δηλώνει ότι κάθε άνθρωπος δεν είναι παρά ο αγωγός του αιώνιου ωκεανού της γνώσης και της δύναμης,που στέκεται πίσω από την ανθρωπότητα.
Δεν υπάρχει υπερφυσικό,λέει ο Γιόγκι,αλλά υπάρχουν μέσα στην φύση χονδροειδείς και λεπτοφυείς εκδηλώσεις.
Οι λεπτοφυείς είναι οι αιτίες,οι χονδροειδείς τ’ αποτελέσματα.Οι χονδροειδείς γίνονται εύκολα αντιληπτές από τις αισθήσεις.Δεν συμβαίνει το ίδιο με τις λεπτότερες.
Η άσκηση στη Ράτζα-Γιόγκα θα οδηγήσει στην αντίληψη λεπτότερων εκδηλώσεων.
Οι διανοητικές δυνάμεις είναι σαν διασκορπισμένες ακτίνες.Όταν συγκεντρωθούν,φωτίζουν.Αυτό είναι το μόνο μέσον της γνώσης μας.Από την παιδική και δώθε ηλικία μάς δίδαξαν να προσέχουμε μόνο τα εξωτερικάπράγματα , γι’αυτό πολλοί από μας χάσανε σχεδόν την ικανότητα της παρατήρησης του εσωτερικού μηχανισμού.
Το να στρέψουμε τον νου,όπως ήταν,εσωτερικά και να τον σταματήσουμε απ’το να πάει προς το εξωτερικό κι έπειτα να συγκεντρώσουμε όλες τις δυνάμεις του και να τις επιρρίψουμε στον ίδιο τον νου,για να μπορεί να γνωρίσει την ίδια του την φύση και ν’αναλύσει τον εαυτό του,είναι πολύ δύσκολο πράγμα…
Όταν ο άνθρωπος έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την ανάλυση του ίδιου του μυαλού του,με κάτι που ποτέ δεν καταστράφηκε,με κάτι που είναι από την φύση του αιώνια αγνό και τέλειο,δεν θα είναι πια δυστυχισμένος.Όλη η αθλιότητα προέρχεται από τον φόβο,από την ανεκπλήρωτη επιθυμία.
Ο άνθρωπος θ’ανακαλύψει ότι δεν πεθαίνει ποτέ και δεν θα φοβάται πια το θάνατο.Όταν καταλάβει ότι είναι τέλειος,δεν θα έχει πια μάταιες επιθυμίες και αφού αυτές οι δυο αιτίες εξαφανιστούν, δεν θα είναι πια δυστυχισμένος.Θα υπάρξει τέλεια μακαριότητα,ακόμα και μέσα σ’αυτό το σώμα.
Μόνο μια μέθοδος υπάρχει,για ν’αποκτηθεί αυτή η γνώση,εκείνη που καλείται συγκέντρωση.
Ο κόσμος είναι έτοιμος να παραδώσει τα μυστικά του,αν γνωρίζουμε μόνο πώς να κρούσουμε την πόρτα,πώς να του δώσουμε το αναγκαίο κτύπημα.Η ένταση κι η δύναμη του χτυπήματος έρχονται με την συγκέντρωση.
Όριο στη δύναμη του ανθρώπινου νου δεν υπάρχει.Όσο περισσότερο συγκεντρωμένος είναι,τόσο περισσότερη δύναμη μεταφέρει σ’ένα σημείο.Αυτό είναι το μυστικό…Το αντικείμενο είναι εσωτερικό,ο ίδιος ο νους είναι το αντικείμενο και είναι ανάγκη να μελετήσουμε τον ίδιο τον νου.
΄Ολοι οι χειρισμοί των λεπτών δυνάμεων του σώματος,οι διάφορες εκδηλώσεις της ζωτικής δύναμης Πράνα,εάν ασκηθούν,δίνουν μιαν ώθηση στον νου,τον βοηθούν ν’ανέβει ψηλότερα και να γίνει υπερσυνειδητός.
Ο Γιόγκι διδάσκει ότι ο ίδιος ο νους έχει μια ψηλότερη κατάσταση ύπαρξης πέρα από την λογική,μια υπερσυνείδητη κατάσταση,κι όταν ο νους μπαίνει σ’αυτήν την ψηλότερη κατάσταση,τότε μόνο αυτή η γνώση πέρα από τη λογική έρχεται στον άνθρωπο.
Η αληθινή έμπνευση δεν αντιτίθεται ποτέ στην λογική αλλά την εκπληρώνει.Γιατί αυτές οι τρεις καταστάσεις-ένστικτο,λογική και υπερσυνειδησία ή ασυνείδητο,συνειδητό και υπερσυνείδητο-ανήκουν στον ένα και στον ίδιο νου.
Όταν κατορθώσει ο νους ν’ αντιληφθεί τις κινήσεις μέσα από τον ίδιο τον εαυτό τους,θα κερδίσει τον έλεγχο όλων των νοητικών κυμάτων,του εαυτού του ή των άλλων,ακόμα και πριν μεταφραστούν σε σωματική ενέργεια…
Τότε θ’αποχτήσει τη γνώση των πάντων…
Τότε η δόξα της ψυχής,ανεξαρτήτως από τις διασπάσεις του νου ή τις κινήσεις του σώματος,θ’αστράψει στην πλήρη της λάμψη και ο Γιόγκι θα δει τον εαυτό του όπως είναι κι όπως πάντοτε ήταν,την ουσία της γνώσης,το αθάνατό της,την τα πάντα διαπερνούσα ουσία της.*
Από το χαμηλότερο ζώο ως τον ψηλότερο άγγελο,κάποτε ο καθένας θα πρέπει να έρθει σ’ αυτήν την κατάσταση και τότε,μόνον τότε η πραγματική θρησκεία θ’αρχίσει γ’ αυτόν.
Μια Θρησκεία που να δίνει πίστη στον εαυτό μας και σεβασμό για τους άλλους,τη δύναμη να τρέφεις τους πεινασμένους,να νικάς την αθλιότη-τα,ν’ανυψώνεις τις μάζες.Αν θέλετε να βρείτε τον Θεό,υπηρετείστε τον άνθρωπο.
Η. Οικονόμου:Στην Χριστιανική Θεολογία και Φιλοσοφία «Ο άκτιστος Θεός βουλήθηκε και η βούλησή του υλοποιήθηκε σε αισθητή και μη αισθητή Κτίση.Έτσι, υπάρχουν οι εξής πραγματικότητες:
1.Η πραγματικότητα του Άκτιστου Τριαδικού Θεού.
2.Η πραγματικότητα της Κτίσεως ως αποτέλεσμα της θείας βουλήσεως, δηλαδή η πραγμάτωση του βουλήματος του Θεού που υποδιαιρείται σε :
α.Μη αισθητή Κτίση αθέατου μεγαλείου.
β.Σε αισθητή Κτίση τεραστίας διαστάσεως,εκτάσεως,όγκου,ποικιλίας και δυνάμεως.
γ.Σε μικτή από αισθητό και μη αισθητό στοιχείο Κτίση,τον μέγα και μικρόν άνθρωπο,κατά τον Γρηγόριον Νύσσης.(«Θεολογική Οικολογία»)
Μέγας Βασίλειος:«Επειδή η δημιουργία έγινε ακαριαία και χωρίς μεσολάβηση χρόνου,γ’ αυτό ειπώθηκε το Εν αρχή εποίησεν ·γιατί η αρχή δεν έχει μέρη ούτε διαστάσεις,όπως δηλαδή η αρχή του δρόμου δεν είναι ακόμα δρόμος και η αρχή του σπιτιού δεν είναι σπίτι,έτσι και η αρχή του χρόνου δεν είναι ακόμη χρόνος αλλά μήτε και το ελάχιστο μέρος του»
Υπατία:Ο Αλκμάν αναφέρει ότι η ύλη όλων των πραγμάτων ήταν ταραγμένη και αποίητη,έπειτα γεννήθηκε κάποιος που τακτοποιούσε τα όντα,κατόπιν έγινε ένας πόρος- πέρασμα και όταν παρήλθε αυτός ο πόρος ,ακολούθησε ένα όριο-τέρμα-τέρμωρ.Και ο πόρος έγινε η αρχή,ενώ το όριο σαν τέλος.Όταν γεννήθηκε η Θέτις,αυτά έγιναν η αρχή και το τέλος των πάντων και το σύνολο των πραγμάτων έχει φύσιν παρόμοια με το υλικό του χαλκού,ενώ η Θέτις με εκείνη του τεχνίτη και ο πόρος και το όριο παρόμοια με εκείνης της αρχής και του τέλους…και τρίτο στη σειρά το σκότος,εξ αιτίας του ότι ποτέ ως τότε ούτε ο Ήλιος ούτε η Σελήνη είχαν δημιουργηθεί,αλλά η ύλη ήταν ακόμη αδιαμόρφωτη.Δημιουργήθηκαν λοιπόν…ο πόρος και το όριο και το σκότος.Η Ημέρα και η Σελήνη και τρίτον το σκότος.Η ακτινοβολία της ημέρας δεν ήταν πυκνή
αλλά υποβοηθείτο από την του Ήλιου,διότι προηγουμένως ήταν μόνο σκοτάδι, μετά δε ξεχώρισε απ’ αυτό…
Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι «Ωκεανόν και Τηθύν εποίησαν της γενέσεως πατέρας και τον όρκον των θεών ύδωρ,την καλουμένην υπ’ αυτών Στύγα των ποιητών,τιμιώτατον μεν γαρ το πρεσβύτατον,όρκος δε το
τιμιώτατον εστιν»
Σ Στην Ορφική Κοσμολογία αναφέρεται:«…Ην γαρ ύδωρ αρχή κατ’ αυτόν(Ορφέα) τοις άλλοις,από δε του ύδατος ιλύς κατέστη,εκ δε εκατέρων εγεννήθη ζώον,δράκων προσπεφυκυίαν έχων κεφαλήν λέοντος,δια μέσου δε αυτών θεού πρόσωπον,όνομα Ηρακλής και Χρόνος.Ούτος ο Ηρακλής εγέννησεν υπερμεγέθες ωόν,ό συμπληρούμενον υπό βίας του γεγεννηκότος εκ παρατριβής εις δύο ερράγη,το μεν ουν κατά κορυφήν αυτού Ουρανός είναι ετελέσθη,το δε κάτω ενεχθέν Γη προήλθεν δε και θεός τις δισώματος.Ουρανός δε Γη μιχθείς γεννά θηλείας μεν Κλωθώ Λάχεσιν Άτροπον…»
Απ’ αυτά αναφέρεται ότι η ύλη αρχικά ήταν ταραγμένη και αδιαμόρ-φωτη. Κατόπιν,δημιουργήθηκε ένα πέρασμα-πόρος-διάβαση,σαν ένας λώρος,από την αδιαμόρφωτη ύλη στον χώρο της παρατηρήσιμης ύλης του Σύμπαντος,φθάνοντας ένα όριο,τον τέκμορα(ο τέκμωρ).Στο όριο τέκμορα χωρίζεται η μη αισθητή σ’εμάς ύλη από την διαμορφωμένη αισθητή ύλη. Μετά το όριο αρχίζει να υλοποιείται το αισθητό Σύμπαν,υπό το φως της ημέ-ρας ,με παράλληλη γένεση του σκότους,ένας παγκόσμιος Ωκεανός με αυτοδιαχείριση και αυτάρκεια(Τηθύς-τροφός),γεννητής αισθητών αντικειμένων.Ως πρωταρχή της γενέσεως θεωρείται το ύδωρ,που παρήγαγε την ιλύν(λάσπη) και γέννησαν ένα ζώο,φιδωτό δράκοντα με κεφάλι λιονταριού κι ανάμεσά τους θεού πρόσωπο,με τ’ όνομα Ηρακλής(=η δόξα της Ήρας-των αιθερίων,αερίων δυνάμεων) και Χρόνος.Ο Ηρακλής γέννησε τεράστιο αυγό,που ράγισε και άνοιξε στα δύο,επάνω μεν Ουρανός και κάτω Γη κι ένας θεός δισώματος.Ο Ουρανός ενωμένος με την Γη γέννησε θηλυκές,την Κλωθώ,την Λάχεσιν,την Άτροπον,ως δυνάμεις της αισθητής χρονικότητας.
DomPermety: « Ο φιλοσοφικός Ερμής (υδράργυρος) κατευθύνει το παν εν τω ερμητικώ έργω και οι λίθοι που έρχονται να λάβουν την θέση των υπό τους ήχους της λύρας, είναι τα πτητικοποιηθέντα σταθερά τμήματα της Λίθου, τα οποία συμπυκνούμενα πλησιάζουν προς άλληλα και σχηματίζουν μιαν μάζα εκ των προτέρων διεσπαρμένων εδώ και εκεί μερών».
Τίμαιος:Την Γην που μας τρέφει και είναι τυλιγμένη γύρω από τον άξονα τον τεντωμένο από το ένα άκρον του σύμπαντος έως το άλλο, την κατέστησε φύλακα και δημιουργόν της νυκτός και της ημέρας, ως πρώτην και μεγαλυτέραν κατά την ηλικίαν από όλους τους θεούς που εγεννήθησαν μέσα εις τον ουρανόν. Θα ήτο ματαιοπονία να ομιλήσομε διά τους χορούς των άστρων αυτών, δια τις κατά ζεύγη εμφανίσεις των, δια το ποιοι φθάνουν εις αντίθετα σημεία κατά τους συνδυασμούς που γίνονται μεταξύ αυτών, δια το ποιοι απ’ τους θεούς και ύστερα από ποιους και πότε περνά ο καθένας τους μπροστά από τον άλλον και έτσι άλλοτε μας κρύβονται και άλλοτε μας εμφανίζονται και δημιουργούν φόβους και προγνωστικά σημεία εις όσους ανθρώπους δεν έχουν την ικανότητα να σκεφθούν λογικώς επ’ αυτών των φαινομένων, περί των μελλόντων να συμβούν, θα ήταν ματαιοπονία το να λέγομε, αφού δεν έχομε ενώπιόν μας ουράνιον χάρτη, που να αναγράφει τις κινήσεις των. Αν είναι έτσι που τα είπαμε, ας θεωρηθούν ικανοποιητικά και ας σταματήσει εδώ η συζήτηση περί της φύσεως των ορατών και γεννητών θεών.*
(…) Αιθρία: Ματαιοπονούμε να ρίχνομε ολοένα τον προβολέα της σκέψης μας, ανιχνεύοντας να βρούμε άκρη σ’ ένα άπειρο, όπου το κάθε σημείο είναι κέντρο του. Η σωστή δράση είναι ακριβώς η γνώση του σημείου-ατόμου-εαυτού. Η αυτογνωσία φέρνει την μακαρία αγαλλίαση, όπου η γνώση του Παντός έρχεται ως αγαπητική πλήμμυρα χαράς και όχι σαν τεχνητή κατάχτηση στον χώρο.
Ελύτης:«Το κενό υπάρχει,όσο δεν πέφτεις
μέσα του»
Το Συνέδριο των φιλοσόφων-ερευνητών-διανοητών ο λόγος συνεχίζεται :
Κέπλερ:Ο Κόσμος είναι ένα τέλεια συναρμοσμένο πλήρες σύστημα,που απ’ άκρη σε άκρη διατρέχεται απ’ ένα ολόκληρο δίκτυο αναλογιών,που είναι τα σημεία του δημιουργού του.Οι κοσμικές αυτές αρμονίες συνιστούν έναν αληθινόν ύμνο,που ο εμπνευσμένος μαθηματικός μπορεί κάποια στιγμή να αποκωδικοποιήσει κατά την αστρονομική του μελέτη.Οι μαθηματικοί λόγοι είναι η προνομιούχα και παγκόσμια γλώσσα,στην οποία ο αστήρ,ο άνθρωπος και ο θεός ταυτόχρονα ομιλούν και κατανοούν.Η Φύση είναι πλήρης νοήματος,το οποίο δεν είναι κρυμμένο αλλ’ αντίθετα ανακοινώνεται ανοιχτά στην θέα των ουρανών κάθε ώρα,κάθε ημέρα,εφ’ όσον κάποιος γνωρίζει την γλώσσα στην οποία εκφράζεται. Σημείωση*: Πλάτωνος «Τίμαιος» 40 Β-D : «Γην δε τροφόν μεν ημετέραν, ειλλομένην δε περί τον διά παντός πόλον τεταμένον, φύλακα και δημιουργόν νυκτός τε και ημέρας εμηχανήσατο, πρώτην και πρεσβυτάτην θεών όσοι εντός ουρανού γεγόνασι ∙ χορείας δε τούτων αυτών και παραβολάς αλλήλων, και περί τας των κύκλων προς εαυτούς επανακυκλήσεις και προσχωρήσεις, εν τε ταις ξυνάψεσιν οποίοι των θεών κατ’ αλλήλους γιγνόμενοι και όσοι καταντικρύ, μεθ’ ούστινάς τε επίπροσθεν αλλήλοις ημίν τε κατά χρόνους ούστινας έκαστοι κατακαλύπτονται και πάλιν αναφαινόμενοι φόβους και σημεία τών μετά ταύτα γενησομένων τοις ου δυναμένοις λογίζεσθαι πέμπουσι, το λέγειν άνευ διόψεως τούτων αυ των μιμημάτων μάταιος αν είη πόνος ∙ (αλλά ταύτα τε ικανώς ημίν ταύτη και τα περί θεών ορατών και γεννητών ειρημένα φύσεως εχέτω τέλος)». Ζαν Πιαζέ: Πέρα από το σχήμα της ατομιστικής συνένωσης και της αναδυομένης ολότητας,υπάρχει μία τρίτη θέση,εκείνη του πραξιακού στρουκτου- ραλισμού : Υιοθετεί εξαρχής μία ορθολογική άποψη, σύμφωνα με την οποία αυτό που προέχει δεν είναι ούτε στοιχείο,ούτε το όλον που επιβάλλεται χωρίς να μπορούμε να διαπιστώσουμε το πώς,αλλά οι σχέσεις μεταξύ των στοιχείων· με άλλα λόγια, οι λογικές ή φυσικές διαδικασίες σύνθεσης και το όλον δεν είναι παρά το αποτέλεσμα αυτών των σχέσεων ή συνθέσεων, οι νόμοι των οποίων είναι εκείνοι του συστήματος.
Γένεση είναι το πέρασμα από μια απλούστερη σε μια πιο περίπλοκη δομή.
Τίμαιος: «Μεμειγμένη γαρ ουν η τούδε του κόσμου γένεσις εξ ανάγκης τε και νου συστάσεως εγεννήθη ∙ νου δε ανάγκης άρχοντος τω πείθειν αυτήν των γιγνομένων τα πλείστα επί το βέλτιστον άγειν, ταύτη κατά ταύτα τε δι’ ανάγκης ηττημένης υπό πειθούς έμφρονος ούτω κατ’ αρχάς ξυνίστατο τόδε το παν» .
Διότι η γένεσις αυτού του κόσμου έγινε ανάμεικτος, δηλαδή από την συνένωση του νου και της ανάγκης ∙ επειδή δε ο νους διηύθυνε την ανάγκη με το να την πείθει να καθιστά όσον το δυνατόν καλύτερα τα περισσότερα από τα δημιουργήματα, γι’ αυτό και σύμφωνα με αυτά δια μέσου της ανάγκης η οποία επείθετο από τα συνετά επιχειρήματα (της Πειθούς), έτσι κατ’ αρχάς εδημιουργήθηκε αυτό το παν-σύμπαν».
«… αλλά τούτου λεγέσθω παρ’ ημών αύτη επί τούτο αιτία, θεόν ημίν ανευρείν δωρήσασθαί τε όψιν, ίνα τας εν τω ουρανώ κατιδόντες του νου περι-όδους χρησαίμεθα επί τας περιφοράς τας της παρ’ ημίν διανοήσεως , ξυγγενείς εκείναις ούσας, αταράκτοις τεταραγμένας εκμαθόντες δε και λογισμών κατά φύσιν ορθότητος μετασχόντες, μιμούμενοι τας του θεού πάντως απλανείς ούσας, τας εν ημίν πεπλανημένας καταστησαίμεθα».
Ας παραδεχθούμε ότι η αιτία, για την οποία ο θεός έφερε την όραση και μας την εδώρισε είναι η εξής : βλέποντας και κατανοώντας τις περιφορές του νου στον ουρανό, να τις χρησιμοποιήσομε ως παράδειγμα των ταραγμένων περιφορών της ιδικής μας διανοήσεως , αφού κατανοήσουμε καλά εκείνες και μετέχομε της φυσικής ορθότητας των συλλογισμών, να σταθεροποιήσουμε τις εντός μας άστατες περιφορές, μιμούμενοι τις θείες που είναι τελείως απλανείς*.
Σημείωση:*Πλάτωνος «Τίμαιος» (47 Ε – 48Α)
Η αστρονομική επιστήμη αποδεικνύει ότι στο ουράνιο στερέωμα δεν υπάρχει ανάδρομος κίνηση, αλλά μόνον ελλειπτικές τροχιές. Όμως, μας φαίνεται πως, κατά ορισμένα διαστήματα, κάποιοι πλανήτες οπισθοδρομούν, κάνουν στοπ και πάλι εκκινούν εμπρός (φαινομενική είναι η ανάδρομη κίνηση,όπως και η παλινδρόμηση της συμπεριφοράς μας)
Φ.Νίτσε:«Ο άνθρωπος είναι ένα τεντωμένο σχοινί ανάμεσα στο ζώο και στον υπεράνθρωπο.»
(Φρ.Νίτσε :«Η γένεση της Φιλοσοφίας»(σ.125-132))
Βιβεκανάντα :Στο σύμπαν αυτό υπάρχει μια συνεχής ουσία σε κάθε πεδίο ύπαρξης.Από φυσική άποψη το σύμπαν αυτό είναι ένα.Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στον ήλιο και σας…
Κάθε μορφή αντιπροσωπεύει μιά δίνη στον άπειρο ωκεανό της ύλης,και ούτε μία δεν είναι σταθερή.
Ακριβώς όπως σ’έναν ορμητικό χείμαρρο μπορεί να υπάρχουν μυριάδες δίνες και το νερό σε κάθε μιά τους να είναι διαφορετικό σε κάθε στιγμή,να στριφογυρίζει για μερικές στιγμές κι έπειτα να περνάει και στη θέση του να μπαίνει καινούργια ποσότητα,έτσι κι ολόκληρο το σύμπαν είναι μια σταθερή εναλλασσόμενη μάζα ύλης,μέσα στην οποία όλες οι μορφές ύπαρξης δεν είναι παρά περιδινήσεις.
Μία μάζα ύλης μπαίνει σε μια δίνη,ας πούμε ένα ανθρώπινο σώμα,μένει εκεί για μία περίοδο,αλλάζει,και βγαίνει πηγαίνοντας σ’ένα άλλο ας πούμε σ’ένα σώμα ζώου,από το οποίο πάλι,έπειτα από μερικά χρόνια, μπαίνει σε μιαν άλλη δίνη,που λέγεται όγκος ορυκτού.
Υπάρχει πάντα μια σταθερή αλλαγή.Ούτε το σώμα είναι σταθερό.Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα,όπως το σώμα μου ή το δικό σου,εκτός από λεκτική μορφή μόνο.
Τίποτα δεν είναι σταθερό,όλα αλλάζουν, η ύλη αιώνια συμπυκνώνεται κι αποσυντίθεται.Έτσι συμβαίνει και με τον νου.Η ύλη αντιπροσωπεύεται από τον αιθέρα.Όταν η δράση της Πράνα είναι εξαιρετικά λεπτή,αυτός ο πραγματικός αιθέρας στη λεπτότερη κατάσταση παλμώσεων θ’αντιπροσωπεύει το νου και πάλι θα είναι μια αδιάσπαστη μάζα.Αν μπορείτε να μεταφερθείτε σ’αυτή την λεπτή δόνηση,θα δείτε και θα αισθανθείτε ότι ολόκληρο το σύμπαν αποτελείται από λεπτές δονήσεις.
Σύμφωνα με τις απόψεις των φιλοσόφων των Ινδιών,ολόκληρο το σύμπαν αποτελείται από δύο στοιχεία,το ένα από τα οποία καλείται Ακάσα. Είναι η πανταχού παρούσα ύπαρξη,που διαπερνάει τα πάντα.Ό,τι έχει μορφή,ό,τι είναι το αποτέλεσμα συνδυασμού,αναπτύσσεται από αυτήν την Ακάσα.Είναι η Ακάσα που γίνεται αέρας,που γίνεται υγρά,που γίνεται στερεά.Είναι η Ακάσα που γίνεται ο ήλιος,η γη η σελήνη,τ’άστρα,οι κομήτες.Είναι η Ακάσα που γίνεται το ανθρώπινο σώμα ,το σώμα των ζώων,των φυτών,κάθε μορφή που βλέπουμε,κάθε τι που μπορεί να γίνει αντιληπτό με τις αισθήσεις,ο,τιδήποτε υπάρχει.
Η ίδια δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή.Είναι τόσο λεπτή,ώστε είναι πέρα από κάθε κανονική αντίληψη.Τότε μόνο μπορεί να γίνει ορατή,όταν γίνει χοντρότερη,όταν έχει πάρει μορφή.
Στην αρχή της δημιουργίας υπάρχει μόνο αυτή η Ακάσα.Στο τέλος του κύκλου(της δημιουργίας) τα στερεά,τα υγρά και τα αέρια,όλα θα λιώσουν πάλι μέσα στην Ακάσα και η επόμενη δημιουργία με όμοιο τρόπο θα προέλθει από αυτήν την Ακάσα.
Από ποια δύναμη δημιουργείται η Ακάσα μέσα στο σύμπαν;Από την δήναμη της Πράνα.
Όπως ακριβώς η Ακάσα είναι η άπειρη,η πανταχού παρούσα ύλη αυτού του σύμπαντος,έτσι είναι κι αυτή η Πράνα η άπειρη,η πανταχού παρούσα εκδηλωμένη δύναμη αυτού του σύμπαντος.
Στην αρχή και στο τέλος του κύκλου της δημιουργίας το παν γίνεται Ακάσα κι όλες οι δυνάμεις που υπάρχουν στο σύμπαν διαλύονται πίσω στην Πράνα.Στον επόμενο κύκλο από αυτήν την Πράνα παράγεται κάθε τι που καλούμε ενέργεια,κάθε τι που καλούμε δύναμη.Η Πράνα είναι,που εκδηλώνεται σαν κίνηση.Η Πράνα είναι που εκδηλώνεται σαν βαρύτητα,σαν μαγνητισμός.
Η Πράνα είναι που εκδηλώνεται σαν δράσεις του σώματος,σα νευρικά ρεύματα,σαν δύναμη σκέψης.
Από τη σκέψη μέχρι τη χαμηλότερη δύναμη,το παν δεν είναι τίποτε άλλο από εκδήλωση της Πράνα.
Το σύνολο όλων των δυνάμεων του σύμπαντος,πνευματικών και φυσικών,όταν διαλύονται κι επιστρέφουν στην αρχική τους κατάσταση, καλείται Πράνα.
«Όταν δεν υπήρχε ούτε τίποτα (κάτι)ούτε μηδέν,όταν η σκοτεινιά σκέπαζε το σκοτάδι,τι υπήρχε τότε;Αυτή η Ακάσα υπήρχε χωρίς κίνηση».Η φυσική κίνηση της Πράνα σταμάτησε,αλλά παρ’ όλα αυτά υπήρχε.
(…)
Ο άνθρωπος μπορεί να σκεφθεί τα θεία πράγματα μόνο δια μέσου του δικού του ανθρώπινου τρόπου.Σε μας το Απόλυτο μπορεί να εκφραστεί μόνο με τη σχετική μας γλώσσα.
Ολόκληρο το σύμπαν είναι για μας μια γραφή του Απείρου στη γλώσσα του παροδικού.
Τίμαιος: Οτιδήποτε έχει γίνει πρέπει να έχει σώμα, να είναι ορατό και απτό.ίποτε όμως δε γίνεται ορατό χωρίς τη συμμετοχή της φωτιάς ή απτό χωρίς τη συμμετοχή της γης. Φωτιά και γη, επομένως, χρησιμοποίησε ο Θεός, όταν άρχισε να πλάθει το σώμα του σύμπαντος. Δυο πράγματα είναι ωστόσο αδύνατον να συντεθούν σωστά, χωρίς την παρουσία κάποιου τρίτου, αφού χρειάζεται να παρεμβληθεί ένας συνδετικός δεσμός. Ο πιο ωραίος τώρα δεσμός είναι αυτός που καταφέρνει να δημιουργήσει από τα συνδεόμενα μέρη και τον εαυτό του το πιο ομοιογενές σύνολο- και αυτό το επιτυγχάνει με τον καλύτερο τρόπο η γεωμετρική αναλογία.
Ο εραστής λοιπόν του νου και της γνώσης πρέπει να αναζητήσει πρώτα απ’ όλα τις αιτίες που συνδέονται με την έλλογη φύση και μόνο κατά δεύτερο λόγο τις αιτίες που συνδέονται με την τάξη των αντικειμένων που κινούνται από άλλα και, με τη σειρά τους, είναι υποχρεωμένα να μεταδίδουν την κίνηση σε κάποια τρίτη.
Γιατί η γέννηση αυτού του κόσμου είναι προϊόν ανάμειξης: προήλθε από τη συνδυασμένη δράση της Ανάγκης και του Νου. Ο νους επιβλήθηκε στην Ανάγκη πείθοντάς την να επιδράσει με τρόπο θεϊκό στα περισσότερα δημιουργήματα ∙ έτσι φθάσαμε στα πρώτα στάδια της δημιουργίας του σύμπαντος, ακριβώς επειδή η Ανάγκη ηττήθηκε από την έλλογη πειθώ. Αν λοιπόν κάποιος θέλει να περιγράψει τη γέννηση του σύμπαντος όπως πραγματικά έγινε, τότε πρέπει να συμπεριλάβει και την περιπλανώμενη αιτία – πρέπει να δείξει το είδος των κινήσεων που η αιτία αυτή προκαλεί.
Πρέπει να μεταφερθούμε πριν από τη γέννηση του ορατού και να δούμε πώς ήταν τότε η φωτιά, το νερό, ο αέρας και η γη – ποια ήταν η φύση τους και πώς δρούσαν πριν από τη δημιουργία. Γιατί, πράγματι, κανείς ως τώρα δεν έχει δώσει κάποια εξήγηση για τη γέννησή τους. Μιλάμε γι’ αυτά σα να ξέρουμε τι ακριβώς είναι, τα ονομάζουμε «αρχές» και τα εκλαμβάνουμε ως «γράμματα» του σύμπαντος, ενώ ελάχιστη σκέψη χρειάζεται για να καταλάβομε ότι σε μια εύλογη παρομοίωση δεν θα έπρεπε να παρασταθούν ούτε καν με τη μορφή «συλλαβών» (…) Δεν πρόκειται τώρα να ορίσουμε την αρχή ή τις αρχές (…)
Αρχίζουμε (…) την έκθεση, αφού επικαλεσθούμε έναν προστάτη θεό,ζητώντας να μας παρασταθεί στην πορεία των συλλογισμών μας μέσα από άβατα και ανοίκεια μονοπάτια προς το εύλογο πέρασμα.
Θα ξεκινήσουμε την νέα περιγραφή του σύμπαντος από μια πληρέστερη ταξινόμηση (…) είχαμε διακρίνει δυο βασικά είδη, τώρα, πρέπει να προσθέσουμε κι ένα τρίτο. Το πρώτο είχε εκληφθεί ως το υπόδειγμα, νοητή και αιωνίως αμετάβλητη οντότητα ∙ το δεύτερο ως απομίμηση του υποδείγ- ματος, οντότητος που έχει γεννηθεί και είναι ορατή. Το τρίτο είναι η υποδοχή κάθε γέννησης, λειτουργεί σαν τροφός.
(…) Και τι θα μπορούσαμε να σκεφθούμε για τα στοιχεία πριν προχωρήσουμε;
Ας πάρουμε πρώτα αυτό που αποκαλούμε «ύδωρ-νερό». Όταν στερεοποιείται, νομίζουμε πως το βλέπουμε να γίνεται πέτρες και γη ∙ όταν πάλι διαλύεται και διαχέεται γίνεται άνεμος και αέρας. Ο αέρας όταν αναφλέγεται γίνεται φωτιά ∙ αντιστρόφως, όταν η φωτιά συμπτυχθεί και σβήσει, δείχνει να ξαναπαίρνει τη μορφή του αέρα. Ο αέρας, πάλι, όταν συγκεντρωθεί και πυκνώσει δίνει τα σύννεφα, την ομίχλη, από αυτά με μεγαλύτερη σύμπτυξη παράγεται το τρεχούμενο νερό, η γη και οι πέτρες – έτσι ώστε τελικά να φαίνεται πως η γέννηση μεταδίδεται κυκλικά από το ένα στο άλλο.
Εφ’ όσον, λοιπόν, είναι σαφές ότι αυτά δεν παρουσιάζονται ποτέ με την ίδια μορφή, δεν υποτιμά τη νοημοσύνη του όποιος υποστηρίζει με επιμονή ότι κάποιο από αυτά είναι το οποιοδήποτε και όχι άλλο; Αντιθέτως, πολύ πιο ασφαλής μέθοδος προσέγγισης είναι : όποτε βλέπουμε κάτι να βρίσκεται σε διαρκή μεταβολή π.χ. μια φωτιά, δεν πρέπει να αποκαλούμε αυτό το πράγμα «φωτιά», αλλά ό,τι είναι σε κάθε περίπτωση τέτοιο (…) Γιατί στο μεταξύ αυτό έχει φύγει.
Υποθέστε ότι κάποιος έχει κατασκευάσει από χρυσό όλα τα δυνατά γεωμετρικά σχήματα αλλ’ αντί να σταματήσει, συνεχίζει διαρκώς να πλάθει νέα από το υλικό των παλαιοτέρων. Αν ρωτήσει κάποιος τι ακριβώς είναι, η πλησιέστερη στην αλήθεια απάντηση είναι ότι είναι χρυσός (…) Το ίδιο ισχύει και για την οντότητα που δέχεται όλα τα σώματα. Πρέπει πάντοτε να της αποδίδεται η ίδια ονομασία. Γιατί δεν ξεφεύγει ποτέ και το παραμικρό από τη δική της δικαιοδοσία- δέχεται αιωνίως τα πάντα, χωρίς ωστόσο η ίδια να αφομοιώνει ποτέ ούτε και το ελάχιστο από τα χαρακτηριστικά που έχουν τα εισερχόμενα. Λειτουργεί, επομένως, ως φυσικό εκμαγείο για το καθετί ∙εκμαγείο που κινείται και αναδιαμορφώνεται από τα εισερχόμενα, έτσι, ώστε εξαιτίας τους να δημιουργείται η εντύπωση ότι κατά καιρούς αλλοιώνεται. Όσο για τα εισερχόμενα και τα εξερχόμενα, αυτά αποτελούν μιμήσεις των αιωνίων όντων, αποτυπώματά τους που έχουν ληφθεί με δυσνόητο και θαυμαστό τρόπο (…)
Πρέπει να διακρίνομε 3 είδη όντων : το πρώτο είναι αυτό που γεννιέται, το δεύτερο είναι αυτό μέσα στο οποίο γεννιέται και το τρίτο είναι αυτό προς το οποίο εξομοιώνεται με τη γέννησή του (…)
Η υποδοχή, αυτό που θα δεχθεί στο εσωτερικό του τα πάντα, πρέπει να είναι απαλλαγμένο από κάθε μορφή, όπως ακριβώς η βάση των αρωματικών ουσιών, τις οποίες οι αρωματοποιοί προετοιμάζουν προσεκτικά, πριν ξεκινήσουν την παρασκευή αρωμάτων.
Κατά τον ίδιο τρόπο, και αυτό που θα λειτουργήσει επανειλημμένα ως κατάλληλη απ’ άκρη σ’ άκρη υποδοχή των ομοιωμάτων όλων των αιωνίων όντων πρέπει να είναι εντελώς ξένο προς κάθε μορφή. Κατά συνέπεια, για την μητέρα και την Υποδοχή όλων όσα έχουν γεννηθεί ορατά και εν γένει αισθητά χρησιμοποιούμε τα ονόματα «γη», «αέρας»,«φωτιά» και «νερό» είτε κάποιο παράγωγο ή συνθετικό τους (…)Πρόκειται για μια οντότητα αόρατη και άμορφη, ικανή να δέχεται τα πάντα, η επικοινωνία της με το νοητό είναι ιδιαίτερα δύσκολη και είναι εξαιρετικά δύσληπτη (…) ως φωτιά εμφανίζεται κάθε φορά εκείνο το μέρος της που έχει εκπυρωθεί, ως νερό εκείνο που έχει υγρανθεί και ως αέρας εμφανίζονται μέρη που έχουν δεχθεί τις αντίστοιχες εικονίσεις.
Άραγε υπάρχει μια φωτιά πλήρως αυτόνομη και αυτάρκης. Υπάρχουν όλες αυτές οι οντότητες για τις οποίες χρησιμοποιούμε πάντοτε την έκφραση «αυτά καθαυτά»; Ή μήπως όσα βλέπουμε με τα μάτια μας και όσα συλλαμβάνουμε με τις αισθήσεις του σώματός μας είναι και τα μόνα αληθινά; Μήπως δεν υπάρχει απολύτως τίποτε άλλο πέρα από αυτά, οπότε μάταια ισχυριζόμαστε ότι υπάρχει μία νοητή ιδέα κάθε πράγματος; Μήπως η Ιδέα δεν είναι τίποτε περισσότερο από απλή λέξη;
Πρέπει να γίνει προσδιορισμός των 4 τελειοτέρων σωμάτων, που μπορούν να κατασκευαστούν ανόμοια μεταξύ τους, ικανά όμως, τουλάχιστον, κάποια από αυτά, να αποσυντίθενται και να προκύπτουν το ένα από το άλλο. Αν πετύχουμε τη σωστή απάντηση, θα έχομε αυτομάτως και την αλήθεια για την προέλευση της γης και της φωτιάς, καθώς και των δύο άλλων σωμάτων που παίζουν το ρόλο των γεωμετρικών τους μέσων.
Κατασκευή του πρώτου και πιο μικρού στερεού : συστατική του μονάδα είναι το τρίγωνο που έχει υποτείνουσα διπλάσια από τη μικρότερή του πλευρά. Αν συνενώσουμε δυο τέτοια τρίγωνα στην υποτείνουσά τους, επαναλάβουμε το ίδιο τρεις φορές και τα συνθέσουμε έτσι ώστε οι υποτείνουσες και οι μικρότερες πλευρές να ενωθούν στο ίδιο κεντρικό σημείο, τότε δημιουργείται ένα ισόπλευρο τρίγωνο, που αποτελείται από έξ αρχικά τρίγωνα.
Παίρνομε τώρα τέσσερα ισόπλευρα τρίγωνα και τα συνθέτουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε οι επίπεδες γωνίες τους να σχηματίζουν ανά τρεις μια στερεά γωνία, το μέγεθος της οποίας προσεγγίζει οριακά την αμβλύτερη επίπεδη γωνία. Όταν δημιουργηθούν τέσσερις τέτοιες στερεές γωνίες, έχουμε κατασκευάσει το πρώτο είδος στερεού, αυτό που διαιρεί την περιγεγραμμένη σφαίρα σε τέσσερα ίσα και όμοια μέρη [το κανονικό τετράεδρο].
Το δεύτερο στερεό προέρχεται από τα ίδια αρχικά τρίγωνα και προκύπτει όταν συντεθούν 8 ισόπλευρα τρίγωνα με τέτοιο τρόπον, ώστε μια στερεά γωνία να σχηματίζεται από 4 επίπεδες. Με το σχηματισμό τέτοιων στερεών γωνιών, το δεύτερο σώμα έχει ολοκληρωθεί [το κανονικό οκτάεδρο].
Το τρίτο προκύπτει από τη σύνθεση 120 στοιχειωδών τριγώνων και 12 στερεών γωνιών, η καθεμία από τις οποίες ορίζεται από πέντε επίπεδες γωνίες ισοπλεύρων τριγώνων ∙ διαθέτει 20 ισόπλευρες τριγωνικές έδρες [κανονικό εικοσάεδρο].
Με τη δημιουργία των 3 στερεών ολοκληρώθηκε το έργο του ενός τριγώνου. Τη γέννηση του τετάρτου στερεού ανέλαβε το ισοσκελές τρίγωνο ∙ 4 ισοσκελή τρίγωνα συνενώθηκαν φέροντας τις ορθές τους γωνίες στο κέντρο και σχημάτισαν ένα ισόπλευρο τετράγωνο. Η σύνθεση 6 τέτοιων τετραγώνων απέδωσε 8 στερεές γωνίες που αποτελούνται από 3 επίπεδες ορθές γωνίες. Το σχήμα του σώματος που προέκυψε έγινε κυβικό, με έξι ισόπλευρες τετραγωνικές έδρες [το κανονικό εξάεδρο ή κύβος].
Πέμπτη κατασκευή : αυτήν ο Θεός την προέβαλε στο σύμπαν και το διακόσμησε περιχαράσσοντάς το με αυτήν.
Όλα αυτά τα στερεά (…) είναι τόσο μικρά, ώστε τελικά οι επιμέρους μονάδες του κάθε στοιχείου μένουν αόρατες εξ αιτίας του μικρού μεγέθους τους ∙ ορατός γίνεται μόνον όταν ο όγκος του προκύπτει από τη συνάθροιση πολλών μονάδων (…)
Ο Θεός, εφόσον η Ανάγκη πειθόταν να υποχωρήσει με τη θέλησή της, καθόριζε επακριβώς τις αναλογίες που διέπουν το πλήθος, τις κινήσεις και τις άλλες δυνάμεις των στοιχείων, και έτσι προχωρούσε στην αρμονική συναρμογή τους.
Όταν η γη συναντά τη φωτιά, αποσυντίθεται από την οξύτητά της, και διαχέεται-μέχρις όταν τύχει να ξανασυναντηθούν τα μέρη της, να συναρ-μολογηθούν εκ νέου και να δώσουν πάλι γη ∙ γιατί είναι αδύνατον στα μέρη της γης να μετασχηματιστούν σε μέρη άλλου είδους. Όταν όμως το νερό απο-συντίθεται από τη φωτιά ή και από τον αέρα, τότε επιτρέπεται ο σχηματισμός ενός σωματιδίου φωτιάς και δύο σωματιδίων αέρα. Όσο για τον αέρα, από τη διάσπαση ενός μορίου του μπορούν να προέλθουν δύο μόρια φωτιάς.
Όταν κάποιο από τα άλλα είδη εγκλωβιστεί μέσα στη φωτιά και διασπαστεί από την οξύτητα των γωνιών και των ακμών της, αν πάρει τη μορφή φωτιάς, η διαδικασία της διάσπασής του ολοκληρώνεται-γιατί κάθε ομοιόμορφο και ομογενές είδος δεν μπορεί ούτε να προκαλέσει μεταβολή στο όμοιό του ούτε να υποστεί μεταβολή από αυτό (…) και αν δεχτούν να μετατραπούν στη μορφή του ισχυρού είδους, η διαδικασία της κατάσβεσης ολοκληρώνεται και σχηματίζεται από τη φωτιά αέρας και από τον αέρα νερό (…) στη διάρκεια αυτών των μεταβολών όλα τα είδη που συμμετέχουν εναλλάσσουν τις περιοχές τους.(…)
Αυτές λοιπόν είναι οι αιτίες της δημιουργίας των αμιγών και πρωταρχικών σωμάτων. Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές παραλλαγές στα είδη των σωμάτων αυτών πρέπει να αποδοθεί στη σύσταση των δυο στοιχειωδών τριγώνων. Και στις δυο περιπτώσεις το αρχικό τρίγωνο δεν είχε μόνον ένα μέγεθος, αλλά υπήρχαν τρία μικρότερα και μεγαλύτερα – οι διαφορές στο μέγεθος ήταν τόσες όσες και οι παραλλαγές στα είδη. Κατά συνέπεια, η ανάμειξη ομοιογενών αλλά και διαφορετικών ειδών προκαλεί άπειρη ποικιλία συνδυασμών. (Τίμαιος 46b,48a,b,c)
Νικόλαος Μαργιωρής : Η Ουσία Μονάδα είναι η αρχή και το τέλος πάσης εκδήλωσης της Πανδημιουργίας.Από την Ουσία εκπορεύονται τα πάντα και οι εκπορευόμενοι κραδασμοί της συνθέτουν τους κόσμους και τα όντα,μα και τα αποσυνθέτουν.Μπροστά μας εμφανίζεται ένας πολυσύνθετος δονητικός κραδασμός που κατέχει το δικαίωμα και τη δύναμη να συνθέτει και να αποσυνθέτει μέρη και ατελεύτητες περιοχές της Πανδημιουργίας.
Η Ουσία πλημμυρίζει τις ακτινοβολίες της δόνησής της με μία περίεργη ΝΟΗΣΗ, που μέσα της περιέχει άπειρες γνώσεις για δραστηριότητες αιώνιες,που ο ανθρώπινος Νους αδυνατεί να εννοήσει και να συλλάβει.
Η Εξωστρεφική δυναμικότητα σχηματίζει,με μαθηματική ακρίβεια και με ένα Θείο Σχέδιο τους κόσμους και τα όντα. Η πυκνότητα του πνεύματος και της ύλης έχουν μία αναλογία περίεργη.Όσο η δυναμοενέργεια απομακρύνεται από την Πηγή της,τόσο αποδυνατίζεται και χάνει μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς της.Η ύλη απορροφάει τις δονήσεις για να παλμοδονηθεί και αυτή και να ζήσει,αφού η συνεκτικότητά της παίρνει τη δύναμη και τις ιδιότητές της από την εξερχόμενη δόνηση του πνεύματος.Αντίθετα, η ύλη όσο ψηλά βρίσκεται ως προς τις διαστάσεις,τόσο αδύναμη κι ανάξια λόγου παραμένει.Όταν όμως το κύμα της Πνευματοδραστηριότητας φτάνει προς τα άκρα,προς τα έξω,τόσο η ύλη είναι πιο συμπυκνωμένη και πιο αδρή και πιο αδιαπέραστη από το κουρασμένο πνεύμα.Η πνευματοενεργειακή δόνηση,φτάνοντας ως την περιοχή του σύμπαντός μας ,έχει πια επιτελέσει το έργο της.Τότε αρχίζει ο αγώνας της επιστροφής προς την Πηγή της εκπόρευσής του.Η επιστροφή στα ίδια των δονήσεων είναι πιο κουραστική από την εξωστρεφική τους διάθεση,όταν έφευγαν από το Κέντρο τους πλημμυρισμένες από δύναμη υπερούσια για την αναζωογόννηση των κόσμων των όντων που στην διαδρομή τους συναντούσαν.
Η εξωδιαδρομή των δονήσεων της Ουσίας Μονάδας είναι προγραμματισμένη με τις πλέον μικρότερες λεπτομέρειες.Η εξωδιαδρομή διασχίζει όλες τις διαστάσεις και σε κάθε μια απ’ αυτές,δεκατρείς τον αριθμό, διαμοιράζει την τροφή της,που είναι ξέχωρη και διαφοροδονούμενη από την άλλη.Κάθε διάσταση παίρνει τον δικό της δόνισμα απ’ το τεράστιο μεγακύμα που περνάει απ’ την περιοχή της.
Η μία κυματοδόνηση διαδέχεται την άλλη και σαν συνέχεια προσθέτει την πνευματοενεργειακή δόνηση,που μέσα της περιέχει τα πάντα.Μία ανεξάντλητη σειρά δονήσεων συγκρατούν και συνέχουν και τροφοδοτούν τους κόσμους-διαστάσεις και τα ζώντα μέσα σε αυτές όντα τους.Τα δονητικά κύματα χάνουν από την πρώτη διάσταση ως την δεύτερη από την εσώτερη προς την εξωτερική διάσταση ένα τρισεκατομμύριο συχνότητες.Για να φτάσουν έως την αιθεροφυσική διάστασή μας, την δέκατη τρίτη,την εξώτατη και πλέον απομακρυσμένη από την Έδρα του Πατέρα,χάνουν συνολικά 1Χ13=13 τρισεκατομμύρια δονήσεις στο δευτερόλεπτο.
Η δονητική αυτή απώλεια είναι απαραίτητη για τον σχηματισμό των διαφοροδιαστάσεων και την δονητική τάξη των όντων που περιέχονται μέσα στις διαστάσεις αυτές,που είναι δεκατρείς τον αριθμό.(…)Η απώλεια αυτή είναι τεράστια και αν δεν υπήρχε αντικαταστάτρια επόμενη δόνηση,δεν θα υπήρχαν σύμπαντα και μέσα τους οι κόσμοι.
Η ΠΝΟΗ του Πατέρα είναι οι δονήσεις που ξεκινούν από τον ίδιο με μια προκαθορισμένη ταχύτητα και καταλήγουν στα πέρατα της Δημιουργίας ως ΕΚΠΝΟΕΣ και επιστρέφουν ξανά στον ίδιο ως εισπνοές.Κατά την εκπνοητική τους πορεία,χτίζουν και ζωογονούν τα κτίσματα.Κατά την εισπνοητική τους πορεία,κουβαλούν πίσω στον Πατέρα τα Όντα Του και άλλα Παράγωγά του,που ξεπλήρωσαν την αποστολή τους και το έργο τους.Τα επιστρεφόμενα είναι πολλών ειδών δημιουργήματά του..
1)Ατομικά Πνεύματα
2)Ατομικές Ψυχές
3)Ομαδικά Πνεύματα
4)Ομαδικές Ψυχές
5)Συνεξελισσόμενα Όντα
6)Αγγελικά Όντα
7)Συμπαντικά Πνεύματα
8)Συμπαντικές Ψυχές
9)Συμπαντικοί Κόσμοι
10)Συμπαντικά πάσης φύσης Όντα
11)Κυρίαρχοι Συμπάντων και Διαστάσεων
12)Όντα Διακονίας Ύψιστου βαθμού
13)Διδάσκαλοι πάντων των όντων(…)
Η έλξη της Ουσίας-Μονάδας είναι τόσο ισχυρή,που επαναφέρει στον κόλπο της κάθε παράγωγό της,που κάποτε στα παρελθόντα εξαπέστειλε σε απίστευτες αποστάσεις,για να επιτελέσουν τι Θείο Σχέδιό Της. Όλα υπακού- ουν και όλα γνωρίζουν τον άρρητο τούτο Νόμο τής οπωσδήποτε επιστροφής του παντός στην Έδρα του Πατέρα.Τίποτα,μα τίποτα δεν μπορεί να παραμένει εκτός της αιώνιας αγάπης Του, που σαν σκοπό του έχει την επιστροφή του παραγώγου Του στον ΚΟΛΠΟ ΤΟΥ.Να γιατί ο Θεός είναι ΑΓΑΠΗ.Γιατί αγάπη σημαίνει να ζητάς το αγαπώμενό σου να βρίσκεται σιμά σου(…)
Τα όντα που επιστρέφουν στηνΕστία,στην Έδρα του Πατέρα,στην περιοχή που σχηματίστηκαν σαν τρίμματα-πνεύματα Εκείνου,επαναβρίσκουν ακριβώς τις δονήσεις τους,που κάποτε κατείχαν,όταν κατέρχονταν προς τις εξωτερικές διαστάσεις της Πανδημιουργίας.Κατερχόμενα τότε τα όντα,έχαναν σε κάθε διάσταση που έμπαιναν ένα τρισεκατομμύριο δονήσεις,για να συντονιστούν με τις διαστάσεις που έμπαιναν.
Αυτή είναι η Τάξη που προήλθε από το Χάος,χάρη σ’ Εκείνον…Το εσωτερικό και βαθύ είναι κάθε γενωμένου ,είναι να επανέλθει μέσα στον γεννήτορά του και να χαρεί αυτήν την ευτυχία της ΠΑΝΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ,που λέγεται ΕΝΩΣΗ του γιού με τον Πατέρα.
Το ΓΝΩΘΙ ΣΕΑΥΤΟΝ σημαίνει την ανύψωση της συνείδησης μέχρι την υπερσυνείδηση και την ένωση με την Νόηση που πάντα περιμένει. Ονομάζουμε ανύψωση της συνείδησης,την σύνδεση του κέντρου του Νου με την υπερσυνείδηση.Πρόκειται για διαφορετικούς αιθερικούς κραδασμούς,που λαβαίνουν χώρα μέσα στην περιοχή του εγκεφάλου (…)Τότε,το υπερσυνείδητο(Απόλλων) φεγγοβολάει όλο το είναι μας και ο ευλογημένος θνητός καθοράται το Σύμπαν όλο,από την εσωτερική λάμπουσα και διαλάμπουσα πλευρά του,φτάνοντας ως τα αίτια και τις Μήτρες Αρχικές Ιδέες,όπου το παρόν ετοιμάζεται.
Μα ταυτόχρονα, ο δοξασμός του όλου Ένα μεγαλώνει,σαν ιδεί το Ενωτικό των πάντων Ένα και μέσα εκεί τα πάντα ενωμένα,από τα πιο παλιά,τα πιο πανάρχαια ως τα σημερινά που γίνονται,και προχωρεί παρουσιάζοντας αυτά που κάποτε θα γίνουν στο άπειρο μέλλον(…)
Η Ψυχή,τότε,αφήνει στο φως το άπειρο και το αιώνιο,το αθάνατο και το πνευματικό της Ανέσπερο Φως,το Απολλώνιο Φως ,να φανούν οι Μήτρες Αρχικές Πρώτες Ιδέες,να δείξουν στον έλλογο Νου ό,τι κρατούν,από αναρίθμητες εκατονταχιλιετίες,στο τέλειο αρχείο της(…)Αυτή την στιγμή ακριβώς ,βρίσκεται η Πνευματοψυχή σε επαφή ,δια μέσου της Νόησης,με το υπερσυνειδητό κανάλι του ανθρωπονού.
Το φως του Φοίβου είναι το εσωτερικό φως,που η πηγή του είναι η Ουσία,η Πνευματοψυχή.Είναι ο Ήλιος Φοίβος,που τροφοδοτεί τον έξω ασήμαντο αδελφό του Ήλιο.Όταν η Ένωση συμβεί,ο Νους καθοράται όχι μόνον αυτό το Σύμπαν,αλλά και τα υπόλοιπα που βρίσκονται πιο μέσα και ζει μαζί τους τις ώρες της αιώνιας αθανασίας.
Το εξωτερικό ένδυμα του πνεύματος είναι ο Ήλιος.Υπάρχει μια αμοιβαία σχέση ανάμεσα στην εσωτερική Ουσία και στο εξωτερικό της ένδυμα,τον Ήλιο.Βλέποντας τον Ήλιο,βλέπομε με τα πνευματικά μας μάτια,την εσωτερική αλήθεια της Ουσίας ,προς την οποία και κατευθυνόμαστε.Τη μέρα ο Ήλιος.Τη νύκτα ο πυρσός των Ελευσινίων Μυστηρίων.Τόσο το ένα σύμβολο όσο και το άλλο,συμβολίζουν το λαμπυρίζον Πνεύμα ,που μέσα μας καταυγάζει και φωτίζει τον αναζητητή μας Νου και θερμαίνει την καρδιά μας και μας προετοιμάζει από τα θνητά στα αθάνατα δώματα…Πανάρχαια σύμβολα του Ήλιου σε όλους τους μεγάλους πολιτισμούς είναι ο τετράκτινος σταυρός και κύκλος με τελεία στιγμή στο κέντρο του.
Ο Απόλλων,το Φως του κόσμου, η λάμπουσα γέφυρα ανάμεσα στη θνητότητα και στην αθανασία,διδάσκει την ΑΛΗΘΕΙΑ.Γι’αυτό ο Ιησούς Χριστός δόξασε την μέρα που τον επισκέφθηκαν οι Έλληνες από την Ελλάδα.Η δε Θεολογία μας έγινε από τις γνώσεις των Νεοπυθαγορείων και Νεοπλατωνικών Φιλοσόφων,που σπούδασαν την επιστήμη του φωτεινού Απόλλωνος .
.