Το Πρωτάκι
Γυρίζει ο καιρός και ωριμάζει τη νέα συνθήκη :
Βγαίνοντας πρωτάκι από τη μεσημβρινή καγκελόπορτα της αυλής του σχολείου, στ’ αντικρινό πεζοδρόμιο του «γυαλάδικου» ένας κόσμος ονείρου : ένας λόφος αμέτρητα χρωματιστά γυαλάκια στριφογυριστά με καμπύλες σγουρές απολήξεις σε ποικίλα τυχαία σχήματα και χρώματα αιθέρια, ροζ, μαβιά, γαλάζια, μπλε, διάφανα, μελιά, θυμίζουν ζώα, λουλούδια, όνειρα. Τι θαύμα είναι τούτο …
Γονατίζω, τ’ αγκαλιάζω, βυθίζω τα δάχτυλα στον κρυσταλλένιο σωρό όλων των παραμυθιών του κόσμου, τ’ ανακατεύω, τα υψώνω στο φως χιλιολαμπυρίζοντα αστέρια, κομμάτια ήλιων ριγμένα μπρος στα πόδια μου : πολυπρισματικοί διερμηνευτές τ’ απείρου, διαμπερείς ανοιχτοί καθρέφτες ατέρμονων συνειδητοτήτων, γέλια και νερά και κελαϊδίσματα και ζωές ν’ ανοίγονται στα πέρατα του φωτός.
. . . . . . .
Κάποτε συμμαζώνομαι πάλι στο μέγεθος της υπόχρεης καθημερινότητας που προγραμματίζει τα βήματά μου, τα φορτία μου : από ’κει ως εδώ. Αμίλητη σηκώνομαι όλο μάτια στην ομορφιά. Μακρύνομαι. Οι φούχτες ανοίγονται στις τσέπες μου, αδειάζουν : κομμάτια έκπτωτου θεού αστρόσκονη που πρόλαβα να πιάσω.
−Κοίτα … Tα υψώνω με ανοιχτή παλάμη στα μάτια των παιδιών
−Κοιτάχτε τα … To ξένο χέρι με μια απότομη κίνηση τα τινάζει κάτω στο χώμα :
−Σκουπίδια των γυαλάδων απ’ τα μπουκάλια και τις πιατέλες στη βιοτεχνία.
Στρίβουν, φυσάνε οι γυαλάδες τις φωτιές … κι ετούτα τα πετάνε … Οργίζομαι στη χυδαιότητα της αγριότητας. Έτσι πάντα πονάει αυτή η γνώση ;
Σκύβω, μαζεύω τους θησαυρούς μου, ανάκατους με χώματα.
Άρα, μου φτάνει μια ζωή, για να τους ξεδιαλύνω ;
Κι όταν στον περίπατο της ακρογιαλιάς, ένα δειλινό, αντικρίζουμε το υπέροχο φυτό με τα στρογγυλά φύλλα και τ’ άσπρα ολάνοιχτα άνθη, με τους μαβιούς λεπτούς στήμονες, να κρέμεται αγέρωχο με γνώση και καρτερία στον απόκρημνο βράχο
−Αχ ! « το ανθόσπαρτο των κυμάτων » , υπέροχο,
Θεέ μου, υπέροχο λουλούδι … λέω, χτυπώντας η καρδιά μου γρήγορα απ’ τη χαρά της ομορφιάς του να σπάσει, γελάει μια μεγάλη γυναίκα περιπαίζοντας :
−Κάπαρη είναι, νόστιμη για τη σαλάτα
Δε μιλάμε την ίδια γλώσσα .
Όμως εγώ δεν θα μπω στον κανόνα τους.